Τετάρτη 7 Νοεμβρίου 2018

ΟΜΙΛΙΑ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ κ. ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ ΑΒΕΡΩΦ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ ΤΗΣ 17ης ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 1982


ΟΜΙΛΙΑ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ κ. ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ ΑΒΕΡΩΦ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ ΤΗΣ 17ης ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 1982


«Τιμούμε την αφανή αλλά πραγματική κατοχική αντίσταση όλων των Ελλήνων και όχι εκείνων πού έστρεψαν τα όπλα εναντίον συμπατριωτών μας»








ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Όταν το βράδυ της 12ης Αυγούστου ανακοινώθηκε ξαφνικά ότι στις 17 του μηνός θα γινόταν συζήτηση για το κυβερνητικό νομοσχέδιο περί Αναγνωρίσεως της Εθνικής Αντιστάσεως, πληροφορήθηκα από καλή πηγή ότι, παρά τις ρητές διατάξεις του Συντάγματος και του κανονισμού της Βουλής, πρώτος θα μιλούσε ο κ. Πρωθυπουργός. Ή διάρκεια της ομιλίας του, κατά τις πληροφορίες μου, θα διαρκούσε 35 έως 45 λεπτά της ώρας και ότι μετά θα μιλούσαν εκείνοι πού έπρεπε να μιλήσουν πρώτοι, δηλ. οι εισηγητές του νομοσχεδίου.
Ζήτησα αμέσως αναβολή της συζητήσεως τουλάχιστον για 48 ώρες και το αίτημα μου δεν έγινε δεκτό. Ζήτησα, αφού ήδη γινόταν μια παρατυπία να μιλήσω αμέσως μετά τον Πρωθυπουργό και αυτό έγινε δεκτό.
Επειδή το θέμα ήταν εθνικά εξαιρετικά σοβαρό, επειδή ήταν απόλυτα αναγκαίο ο Ελληνικός Λαός και ιδίως ή νεολαία, να μάθει έστω σε γενικές γραμμές, τις πολλές πλευρές του θέματος, ετοίμασα μια ομιλία ίσης περίπου διάρκειας μ’ εκείνη της Πρωθυπουργικής ομιλίας.
Άλλα το απόγευμα της 17ης στη Βουλή, ο κ. Πρωθυπουργός πρόβαλε περισσότερο συναισθηματική συνθηματολογία παρά λογική επιχειρηματολογία και μίλησε επί 20 περίπου λεπτά. Δεν νόμισα ότι ήταν σωστό να αγορεύσω τον διπλό χρόνο από εκείνον. Έτσι τα επιχειρήματα μου, δεν παρουσιάστηκαν όλα στη Βουλή, ούτε στην τηλεόραση, ούτε στον Τύπο.
Λόγω της φύσεως του θέματος, λόγω της συστηματικής παραποιήσεως της Ιστορίας των Κατοχικών ετών, κρίνω ότι πρέπει να παρουσιάσω στον Ελληνικό Λαό ολόκληρο το κείμενο της ομιλίας πού είχα ετοιμάσει. Αυτό κάνω δίνοντας στη δημοσιότητα τις επόμενες σελίδες προσθέτοντας στο τέλος και μερικές παρατηρήσεις εκλεκτού στελέχους της παρατάξεως μου.
Επειδή πιστεύω πώς το βιβλιαράκι αυτό θα έχει μεγάλη κυκλοφορία, επωφελούμαι της ευκαιρίας για να δημοσιεύσω στο ίδιο τείχος μία άλλη ομιλία μου επί εντελώς άλλου θέματος: επί της οικονομικής καταστάσεως.
«Έτσι, σ’ ένα δεύτερο μέρος, δημοσιεύεται ή τηλεοπτική ομιλία μου της 30ής Ιουνίου 1982.
Στη συζήτηση αυτού του νομοσχεδίου ή Νέα Δημοκρατία προσέρχεται κατεχόμενη από βαθύ αίσθημα ευθύνης. Γιατί το υπό κρίση νομοσχέδιο αφορά θέμα ιστορικής σημασίας. Θέμα πού από το ένα μέρος καθορίζει την έννοια μεγάλων όσο και δραματικών ήμερων της πρόσφατης Εθνικής Ιστορίας μας. Θέμα πού γι’ αυτό, από το άλλο μέρος, καθορίζει αν οι μελλοντικές εθνικές καταβολές θ’ αντλούν από το ψέμα, από την αβεβαιότητα ή από την αλήθεια.
Σε τέτοια θέματα δε χωρούν, ούτε προχειρολογία, ούτε πάθη, δικαιολογημένα ή μη, ούτε πολύ λιγότερο δημαγωγία και πολιτικοί υπολογισμοί. Άλλα ούτε και έλλειψη θάρρους για να πει καθένας την όποια γνώμη έχει. Ό απόλυτος σεβασμός της αλήθειας επιβάλλεται.
Ή αλήθεια για την αντίσταση κατά τη διάρκεια της Κατοχής αποσπασματικά συζητήθηκε επανειλημμένως. Και κάθε φορά πού συζητήθηκε, αναζωπυρώθηκαν πάθη, ξαναφλογίστηκαν μνήμες καυτές. Εμείς είμαστε υπέρ της αληθινής λήθης και όσο γίνεται αποφεύγουμε αυτές τις συζητήσεις, αποφεύγουμε τις προκλήσεις. Δυστυχώς δεν αποφεύγονται από την άλλη όχθη, απέναντι μας. Και σήμερα καλούμαστε με το υπό συζήτηση νομοσχέδιο ν’ αναγνωρίσουμε και να βραβεύσουμε συνολικά τη δραστηριότητα του ΕΑΜ κατά την Κατοχή, καλούμαστε να βραβεύσουμε, ηθικά και υλικά, όλους ανεξαιρέτως όσους συμμετείχαν στο ΕΑΜ.
‘Αφού προκαλούμαστε έτσι, είμαστε υποχρεωμένοι ν’ απαντήσουμε στην πρόκληση. Είναι αυτό χρέος έναντι της Ιστορίας, χρέος έναντι νεκρών και ζώντων πού αγωνίστηκαν για την Ελλάδα και την Ελευθερία, χρέος έναντι της πολύτιμης Νέας Γενιάς των Ελλήνων. Για να λάβουμε, όμως καθαρά θέση και να την αιτιολογήσουμε, επιβάλλονται λίγες αντικειμενικές ιστορικές αναδρομές.

ΠΕΛΩΡΙΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΙΚΑ
«Όταν ό Πρωθυπουργός το υπέγραψε εξέφρασε τη «βαθιά συγκίνηση του», και προέβη σε δηλώσεις για την αληθινή φυσιογνωμία – όπως είπε – εκείνης της εποχής και πρόσθεσε πώς αυτή την αναγνώριση την προσδοκούσε ή συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων.
Οι δηλώσεις αυτές και όσα λέχθηκαν ή γράφτηκαν μετά, γεννούν πελώρια ερωτηματικά.
Πέρασαν 38 και πλέον χρόνια από τότε πού απελευθερώθηκε ή Χώρα μας από τη ναζιστική κατοχή. Σ’ αυτό το μακρύ χρονικό διάστημα ανήλθαν στην εξουσία δεκάδες Κυβερνήσεις. Προεδρεύονταν από προσωπικότητες, από αγνούς δημοκράτες, όπως ό Τσαλδάρης, ό Σοφούλης, ό Διομήδης, ό Πλαστήρας, ό Σοφοκλής Βενιζέλος, ό Παπάγος, ό Καραμανλής, ό Γ. Παπανδρέου. Γιατί τάχα όλες αυτές οι Κυβερνήσεις αρνήθηκαν να κάνουν αυτό πού κάνει σήμερα ή Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ; Δεν είχαν συναίσθηση του χρέους τους και την έχει μόνο το ΠΑΣΟΚ;
Είχαν ασφαλώς συναίσθημα όλων των Εθνικών τους υποχρεώσεων οι Κυβερνήσεις εκείνες. ‘Αλλά ήξεραν ότι ή καθολική Εθνική Αντίσταση των’ Ελλήνων κατά την Κατοχή, είχε αναγνωριστεί από τη λαϊκή ψυχή, από την Πολιτεία, από τους ξένους. «Ήξεραν όμως ακόμα ότι το θέμα είχε μια πολύ λεπτή πλευρά και ασφαλώς διαισθάνονταν ότι δεν έπρεπε να προχωρήσουν στο δρόμο πού προχωρεί ή σημερινή Κυβέρνηση γιατί εκείνο πού ουσιαστικά αναγνωρίζει και τιμά σήμερα ή Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, δεν είναι ή Αντίσταση είναι ή κατοχική δράση του Κομμουνιστικού Κόμματος.
Αυτό πιστεύω πώς θα αποδείξω σε λίγο.

ΟΙ ΑΠΩΤΕΡΟΙ ΣΚΟΠΟΙ
Στην αρχή της Κατοχής μυριάδες Έλληνες πατριώτες έσπευσαν να ενταχθούν σε κατοχικές οργανώσεις. Μοναδική επιθυμία τους ήταν να αγωνισθούν εναντίον του ξένου κατακτητή. Δεν ήξεραν και ούτε εξέταζαν τι κρυβόταν πίσω άπ’ αυτές τις οργανώσεις και αν μερικές είχαν απώτερους σκοπούς πού δεν ταίριαζαν με την Εθνική Αντίσταση και ήταν ξένες προς τις Δημοκρατικές Αρχές.
Όταν άρχισαν να αποσαφηνίζονται ο! προθέσεις, πολλοί, σιγά – σιγά, σταδιακά, εγκατέλειψαν τις ακραίες αριστερές οργανώσεις. Όσοι έμειναν, είτε γιατί αμφέβαλαν για τον χαρακτήρα και τον ρόλο τους, είτε γιατί στο μεταξύ είχαν εκτεθεί, ή είχαν προσηλυτιστεί, βρέθηκαν να πολεμούν όχι τον κατακτητή αλλά Έλληνες πατριώτες. Και τελικά οδηγήθηκαν και οδήγησαν και τη Χώρα σε άλλες δύο φοβερά αιματηρές περιπέτειες πού της στοίχισαν 100.000 νεκρούς και τρομακτικές υλικές καταστροφές. Και – το χειρότερο άπ’ όλα – έναν πρωτοφανή ψυχικό διχασμό. Και αρκετοί από αυτούς μετάνιωσαν εκ των υστέρων, φοβερά πονεμένοι.
Κατεβλήθη κατά το παρελθόν και καταβάλλεται και σήμερα μία επίμονη, συστηματική προσπάθεια να δημιουργηθεί ή εντύπωση ότι το Κ.Κ.Ε. δεν ήταν ό δράστης αυτών των δεινών, και ότι δεν ήταν στις προθέσεις του να σφετερισθεί την εξουσία, αλλά να κάνει αντίσταση. Ότι άλλοι το παρέσυραν στο δρόμο της βίας και του αίματος. Ότι έκανε νόμιμη άμυνα στις «προκλήσεις της Δεξιάς».
Συνειδητά ή χωρίς να το καταλαβαίνει, αυτή την εκδοχή νομιμοποιεί σήμερα ή Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ. Και όχι μόνο κηρύσσει αθώο το Κ.Κ.Ε. αλλά και το δικαιώνει και το τιμά. Για εκπλήρωση ίσως μιας υποσχέσεως ή μιας πρόσφατης πολιτικής συμφωνίας. Για παραχώρηση στο Κ.Κ.Ε. ενός πιστοποιητικού καλής διαγωγής πού θα το χρησιμοποιήσει για την επέκταση της επιρροής του. Για ιδεολογικό αφοπλισμό της Ελληνικής Νεολαίας. Γι αυτό όμως και είναι ανάγκη να αποδειχθεί ότι ή πρωτοφανής αυτή πολιτική πράξη, έρχεται σε απόλυτη αντίθεση με την Αλήθεια και με την εξυπηρέτηση της Δημοκρατίας.

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ Κ.Κ.Ε.
Για να κατανοηθεί και να εξηγηθεί ή κατοχική δράση του Κ.Κ.Ε. πρέπει να γνωρίζουμε ποιος είναι ό χαρακτήρας και ό ρόλος του. Σ’ αυτό δεν νομίζω ότι υπάρχουν σήμερα περιθώρια για συζήτηση.
Πρώτον ακολούθησε παντού και πάντοτε την τακτική πού πάντα δίδαξε και εφάρμοσε ό Λένιν, κι αργότερα ό Λενινισμός. Δηλαδή, το πλεύρισμα κάθε αστικής επανάστασης, ή παράλληλη πορεία μαζί της, και όπως επί λέξει λέει, ό Λένιν «να παρακολουθεί από κοντά το σύμμαχο ως εχθρό». Και στην κατάλληλη στιγμή να κάνει τη δική του δουλειά.
Για όποιον αμφιβάλλει, υπάρχουν οι πολλές, οι γνωστές, οι παλιές και πρόσφατες περιπτώσεις, στον κόσμο ολόκληρο, κοντά ή μακριά από μας, όπου εφαρμόσθηκε ή τακτική αυτή. Υπάρχει ακόμα ή επί λέξει διδαχή του Λένιν στο βιβλίο του «Οι δύο τακτικές στην Επανάσταση». Παραπέμπω στη γαλλική έκδοση του «Οργανισμού ξένων εκδόσεων της Σοβιετικής Ενώσεως του 1949, σελ. 36-41-108 και άλλου.
Και ας μη μου πει κανένας ότι αυτά αφορούν μόνο το παρελθόν. Γιατί παράλληλες περιπτώσεις υπήρξαν από τότε συνεχώς και παντού, ακόμα και σήμερα, σε πλείστες χώρες. Άλλα για τις περιπτώσεις αυτές, τις σύγχρονες, ό Πρόεδρος της Κυβερνήσεως επιμελώς αποφεύγει το διάλογο.
Στην εφαρμογή αυτής της παγκόσμιας κομμουνιστικής τακτικής θα έκανε εξαίρεση το Κ.Κ.Ε.; Μα είναι το μόνο πού δεν μπορούσε να κάνει εξαίρεση: Γιατί εκτός από την κοσμοθεωρητική και διεθνή τοποθέτηση κάθε Κομμουνιστικού Κόμματος πού συνεπάγεται κατάργηση πολιτικών ελευθεριών και δορυφοροποίηση, ειδικά για το Κ.Κ.Ε. υπάρχουν σημαντικότατα πραγματικά γεγονότα πού αποτελούν αδιάψευστες αποδείξεις.

Η ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ ΤΗΣ ΜΙΚΡΑΣ ΑΣΙΑΣ
Πρώτη χρονικά ιστορική απόδειξη ή δραματική περιπέτεια της Μικράς   Ασίας.   Ή   Ελλάδα   ήταν   ή   μόνη   άπ’   όλους   τους Συμμάχους του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου πού δεν πήγαινε εκεί για λόγους οικονομικούς ή ιμπεριαλιστικούς. Ήταν ή μόνη πού είχε εκεί δύο εκατομμύρια τέκνα της, ήταν ή μόνη δηλαδή πού δεν έκανε επιχείρηση επεκτατική αλλά σαφώς απελευθερωτική.
Κι’ όμως το Κ.Κ.Ε. – κατά δική του ομολογία – επεδίωξε την ήττα, εργάσθηκε και χάρηκε γι’ αυτήν, και ή δραματική περιπέτεια χαρακτηρίσθηκε «τυχοδιωκτισμός». Κείμενα τα όποια στηρίζουν τους ισχυρισμούς μου, κείμενα έγκυρα και πεντακάθαρα, στη διάθεση σας.
Τυχοδιωκτισμός, τα όνειρα και οι θυσίες εκατομμυρίων Ελλήνων με επί κεφαλής τον Ελευθέριο Βενιζέλο, τον ελευθερωτή δημιουργό της Μεγάλης Ελλάδος, τον αργότερα πρώτο θεμελιωτή της δύσκολης όσο και χρήσιμης ελληνοτουρκικής συνεργασίας… Άλλα ας μη λησμονούμε ότι ό Λένιν πού ζούσε τότε, βοηθούσε τον Μουσταφά Κεμάλ …

ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ
Δύο χρόνια αργότερα το Κ.Κ.Ε. έθεσε ζήτημα αυτονομήσεως της Μακεδονίας και της Θράκης. Δηλαδή, στα καλά καθούμενα, δημιούργησε ένα πρόβλημα εκεί πού δεν υπήρχε, και κατασκεύασε και τ’ αναγκαία προσχήματα για να προβληθούν ξένες βλέψεις εις βάρος του Ελληνικού χώρου. Διάφορα κείμενα, πολιτικά ή ιστορικά βεβαιώνουν του λόγου το αληθές, από τότε και μέχρι το 1949. Κι αυτά στη διάθεση σας. Περιορίζομαι ν’ αναφέρω απόσπασμα από κείμενο του ιστορικού του Κ. Κ.Ε. Γιάννη Κορδάτου: (Ριζοσπάστης, ενυπόγραφο άρθρο στις 25/2/27).
«Το άκρον άωτον του παραλογισμοί» ήταν το σύνθημα της αυτονομίας της Μακεδονίας, χωρίς να υπάρχει το ελάχιστο εθνικιστικό κίνημα στην Ελληνική Μακεδονία, γιατί από πολύ καιρό ή Ελληνική μπουρζουαζία είχε διώξει τους σλαβικούς πληθυσμούς και είχε εγκαταστήσει πρόσφυγες «Έλληνες στην Ελληνική Μακεδονία. Το Κ.Κ.Ε. δημιούργησε μετά ταύτα αυτό το ζήτημα. Ή πολιτική αυτή έδωσε στο Κόμμα το τελειωτικό χτύπημα».
Άλλα κείμενα του Ελευθερίου Βενιζέλου, δείχνουν πόσο ό μεγάλος εκείνος πολιτικός είχε φοβηθεί, αυτήν ειδικά την κίνηση του Κ.Κ.Ε.
Υπάρχουν και άλλα, εξ ίσου σαφή, όμως του σημαντικότερου την εποχή εκείνη σοσιαλιστή ηγέτη, του αρχιτέκτονας της πρώτης Ελληνικής Δημοκρατίας, του Αλεξάνδρου Παπαναστασίου.
Και έχουμε και τις πιο σύγχρονες μαρτυρίες πού προέρχονται από το χώρο του ίδιου Κομμουνιστικού Κινήματος.

ΑΝΑΚΑΤΑΤΑΞΕΙΣ
Ας έλθουμε τώρα σε μια ευρύτερη ανασκόπηση.
Όπως είναι γνωστό το Φεβρουάριο του 1968 στο εξωτερικό το Κ.Κ.Ε. διασπάσθηκε. Ήταν ή εποχή των ανακατατάξεων μέσα στο Παγκόσμιο Κομμουνιστικό Κίνημα.
Γεννήθηκε δειλά ό μάλλον αδύναμος Ευρωκομουνισμός. Ζωντάνεψαν οι πιο αδύναμοι αλλά πολύ επιθετικοί ποικιλώνυμοι αναρχισμοί. Και έμεινε ισχυρότερος όλων ό συνασπισμός των παραδοσιακών Κ.Κ. μέσα στα όποια αμετακίνητα διατηρήθηκε το Κ.Κ.Ε. Ήταν βέβαια ή φυσική θέση του Κ.Κ.Ε.
Γιατί εν τω μεταξύ, στα χρόνια πού μεσολάβησαν ως τη διάσπαση, συνέβησαν πολλά, και το Κ.Κ.Ε. είχε πάλι περίτρανα αποδείξει ότι πίστευε στη μονολιθικότητα του Κομμουνιστικού Κινήματος, και στον μονοκεντρισμό του. Μονοκεντρισμό με επίκεντρο την καρδιά, την πατρίδα του Κομμουνισμού.
Λόγοι ιδεολογικοί το κινούσαν, δηλαδή λόγοι πανίσχυροι για σκεπτόμενους ανθρώπους. Το τονίζω γιατί έχει άμεση σχέση με το θέμα πού μας απασχολεί σήμερα. Και αν δεν έχουμε υπόψη το χαρακτήρα του Κ.Κ.Ε., δεν θα μπορέσουμε να εξηγήσουμε την πολιτική κατά τον πόλεμο και την Κατοχή. Στην εποχή δηλαδή πού το Κ.Κ.Ε έδωσε τις νέες περίτρανες αποδείξεις της πίστεως του. Πραγματικά ή πολιτική του, σε όλη αυτήν την ταραγμένη εποχή, προσαρμόσθηκε πάντοτε πιστά, σε κάθε στροφή και ελιγμό πού έγινε στο εξωτερικό από άλλους, σε πολύ ευρύτερα πλαίσια.
Θα σταματήσω στις πιο σημαντικές άπ’ αυτές πού άμεσα μας οδηγούν στα γεγονότα της Κατοχής.

ΤΟ ΣΥΜΦΩΝΟ ΡΙΜΠΕΝΤΡΟΠ – ΜΟΛΟΤΩΦ
Τον Αύγουστο του 1935 ή Κομμουνιστική Διεθνής κάλεσε όλα τα Κ.Κ. να συγκροτήσουν αντιφασιστικά μέτωπα και να στρέψουν όλα τα πυρά τους εναντίον του «Άξονος. Συμμορφώθηκαν όλα.
Τον Αύγουστο του 1939 ή Μόσχα πραγματοποίησε ιλιγγιώδη στροφή στην πολιτική της. Υπέγραψε με το Βερολίνο το σύμφωνο φιλίας και μη επιθέσεως, το γνωστό ως σύμφωνο Ρίμπεντροπ – Μολότωφ. Όλα τα Κομμουνιστικά Κόμματα πάλι προσαρμόστηκαν αμέσως. Χαρακτήρισαν τον πόλεμο «ιμπεριαλιστικό και από τις δύο πλευρές». Έθεσαν δηλαδή σε ίση μοίρα τη χιτλερική Γερμανία και τους δημοκρατικούς Άγγλογάλλους. Ολόκληρη ή προπαγάνδα του Κ.Κ.Ε. εκείνη την περίοδο ήταν διαποτισμένη άπ’ αυτό το πνεύμα.

Ο ΝΙΚΟΣ ΖΑΧΑΡΙΑΔΗΣ
Μοναδική παραφωνία σ’ εκείνο το φιλοαξονικό παραλήρημα όλων των Κομμουνιστικών Κομμάτων, ήταν το περίφημο «ανοιχτό γράμμα» πού ό τότε κρατούμενος στις φυλακές Νίκος Ζαχαριάδης έστειλε στις 2 Νοεμβρίου 1940 στο Μανιαδάκη. Ήταν γράμμα με το όποιο ό απομονωμένος αρχηγός του Κ.Κ.Ε. καλούσε τον Ελληνικό Λαό να δώσει όλες τις δυνάμεις του στον πόλεμο.
Άλλα 20 μέρες αργότερα, άγνωστο έπειτα από ποιες σκέψεις ή και ποιες πληροφορίες πού του ήρθαν από έξω από τις φυλακές, ό Νίκος Ζαχαριάδης άλλαξε γνώμη. Με ένα πρώτο «ανοιχτό γράμμα» προς τον Μεταξά έλεγε στις 26 Νοεμβρίου 1940 ότι «με το αίμα του ό λαός εξασφάλισε τη λεφτεριά και την ανεξαρτησία του …., και …. σήμερα ένα μονάχα πράμα θέλει: Ειρήνη και ουδετερότητα». Και έλεγε ακόμα ότι υπό ορισμένους όρους, έπρεπε να «ζητήσουμε αμέσως από την Κυβέρνηση της Ε.Σ.Σ.Δ. να μεσολαβήσει για να γίνει ελληνοϊταλική ειρήνη. Ή πράξη έχει αποδείξει, έλεγε, ότι μόνον ή Ε.Σ.Σ.Δ. σήμερα έσωσε την ειρήνη και ουδετερότητα της Γιουγκοσλαβίας – Βουλγαρίας -Τουρκίας». Μ’ ένα δεύτερο γράμμα του απευθυνόταν στα μέλη του Κόμματος, και της Νεολαίας.
Στις 15 Ιανουαρίου 1941, καταματωμένος αλλά νικηφόρος ό Ελληνικός Στρατός, ονομαζόμενος από την Οικουμένη, κατείχε όλη σχεδόν τη Βόρειο Ήπειρο. Προχωρούσε με σκληρές μάχες μέσα στα χιόνια. Σχεδίαζε για την άνοιξη γενική επίθεση πού για αντικειμενικό σκοπό είχε να ρίξει τους μελανοχίτωνες στη θάλασσα. Σελίδα απ’ τις πιο ένδοξες στην Ιστορία του Ελληνικού Στρατού. Στιγμή από τις πιο αποφασιστικές του πολέμου. Εκείνη λοιπόν την ώρα διάλεξε ό μέγας τότε διδάσκαλος του Ελληνικού Κομμουνισμού, ό καλλιεργημένος και δυναμικός απόφοιτος της Κούτβ στη Μόσχα, για να γράψει προς τα μέλη του Κόμματος, – επί λέξει – ότι «Λαός και Στρατός πρέπει να πάρουνε στα χέρια τους τη διαχείριση της Χώρας και του Πολέμου, με σκοπό την ειρήνη».
Και ξέρουμε όλοι όσοι ζήσαμε τα τότε γεγονότα, και τα αποκαλύπτουν για τους μεταγενέστερους κομμουνιστικά κείμενα της εποχής εκείνης, ότι και αμέσως μετά την κατάληψη της Ελλάδος οι ίδιες ιδέες υποστηρίζονταν και ούτε λέξη αναφέρονταν για αντίσταση εναντίον των Δυνάμεων του Άξονος.
Μόνο μετά δύο μήνες, όταν ή Ναζιστική Γερμανία, ξεσχίζοντας αιφνιδιαστικά το Σύμφωνο Ρίμπεντροπ – Μολότωφ επετέθη κατά της Σοβιετικής Ενώσεως, μόνο το Κ.Κ.Ε. έκανε μια νέα, ιλιγγιώδη όσο και απότομη στροφή: ό Πόλεμος άλλαξε μέσα σε μια νύχτα χαρακτήρα και έγινε ιμπεριαλιστικός, μόνον από την πλευρά του Άξονος, και απελευθερωτικός από την πλευρά των συμμάχων.

Η ΓΝΩΜΗ ΤΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ
Όσα σχετικά συνέβησαν τότε, αλλά και αργότερα, επιγραμματικά και με σαφήνεια τα βρίσκει κανείς γραμμένα στο βιβλίο του Γεωργίου Παπανδρέου «Ή Απελευθέρωση της Ελλάδος». Και από αυτό και από άλλα απόλυτα έγκυρα κείμενα θα πληροφορηθεί – οποίος θέλει πραγματικά να πληροφορηθεί -πώς ξεκίνησε και πώς εξελίχθηκε ή αντίσταση του Κ.Κ.Ε. Το ξεκίνημα ήταν εύκολο παρά τις ξένες υπηρεσίες κατασκοπείας και διώξεως, παρά τους λίγους δικούς μας χαφιέδες.
Στις ψυχές των Ελλήνων, όλων των Ελλήνων, φλογερό ήταν ακόμα το ηρωικό πνεύμα του έπους του ’40. Καθένας ζητούσε ευκαιρία για αγώνα. Ευκαιρία για να κάνει παράτολμες ηρωικές πράξεις. Από το άλλο μέρος, το Κ.Κ. ήταν δικτυωμένο σε όλη τη χώρα, ήταν το μόνο πού είχε πείρα συνωμοτικής οργανώσεως και δράσεως. Και δεν εμφανιζόταν στο προσκήνιο. «Η, πιο σωστά, εμφανιζόταν σαν ένα από τα άλλα μέλη μιας ομάδας πού τ’ όνομα της, άρχιζε με λέξη ξένη προς το κομμουνιστικό λεξιλόγιο: Εθνικό ΕΑΜ.
Το σάλπισμα του, κατάλληλα πλασμένο, έφθανε με τα δικά του προ πάντων κανάλια, ως την τελευταία συνοικία, ως το πιο απομακρυσμένο χωριό. Έσπευδαν να οργανωθούν τα ωραία νιάτα της «Ελλάδος.
Τα περήφανα νιάτα μας δεν εξέταζαν πολλά πράγματα. Ό απόηχος έλεγε πώς ή Κίνηση ήταν πανελλήνια, πώς καλούσε για απελευθερωτικό αγώνα. Αυτά έφταναν για τους φλογερούς νέους. Άλλωστε, στην αρχή, σπάνια ήταν τα κρούσματα των διώξεων Ελλήνων από Έλληνες πού μπορούσαν να γεννήσουν υποψίες. Άλλα και ως το τέλος περίπου του 1942 το Κ.Κ.Ε. είχε κρύψει της προθέσεις του. Στη συνέχεια άλλαξε ή τακτική.
Το Εαμικό Κίνημα είχε πια ανδρωθεί, και διαγραφόταν ως βέβαια πλέον ή νίκη των συμμάχων. Ή Ιταλία βρισκόταν στα πρόθυρα της καταρρεύσεως. Ή στιγμή είχε ωριμάσει για την τελευταία φάση της δράσεως του Εαμικοϋ κινήματος. Και τότε εξαπολύθηκε μια λυσσαλέα εκστρατεία κατασυκοφαντήσεως, διαλύσεως και εξουδετερώσεως όλων των Εθνικών «Οργανώσεων Αντιστάσεως και εξοντώσεως των στελεχών και των μελών τους. Ιδίως των μονίμων και εφέδρων αξιωματικών του Ελληνικού Στρατού πού ήταν και οι πιο ζωντανοί στις διάφορες αντιστασιακές κινήσεις.

Ο ΑΝΔΡΕΑΣ ΣΥΜΦΩΝΕΙ
Θα μπορούσα να επικαλεσθώ ένα πλήθος κειμένων, ακόμα και Κομμουνιστικών για να θεμελιώσω αυτά πού λέω. Αρκούμαι όμως στα πιο χαρακτηριστικά όπου ό Ανδρέας Παπανδρέου μνημονεύει τον Γεώργιο Παπανδρέου. Στο βιβλίο του κ. Πρωθυπουργού «Ή Δημοκρατία στο Απόσπασμα», πού εκδόθηκε στην Ελλάδα το 1974, αναφέρεται πώς τον Απρίλιο του 1944, πού ό Γεώργιος Παπανδρέου ορκίσθηκε ως Πρωθυπουργός της εξόριστης Κυβέρνησης, στο Κάρο, όλοι συμφωνούσαν ότι ήταν ό μοναδικός άνθρωπος πού θα μπορούσε να οδηγήσει σε κάποια συμφωνία, και πώς οι απόψεις του Γ. Παπανδρέου ήταν «κρυστάλλινα καθαρές». Και μνημονεύω απόσπασμα από τις απόψεις του πού αναδημοσιεύονται στο βιβλίο του κ. Πρωθυπουργού και έχουν ως έξης:

ΣΤΟΧΟΣ Η ΕΞΟΝΤΩΣΗ ΤΩΝ ΑΝΤΙΠΑΛΩΝ
«Κόλασις είναι σήμερον ή κατάστασις της Πατρίδος μας …. Τι θα απομείνει από την άτυχη αυτή χώρα; ‘Η ευθύνη του ΕΑΜ είναι ότι δεν απέβλεπε μόνον εις τον Απελευθερωτικό Αγώνα, αλλά θέλησε να προετοιμάσει την μεταπολεμική δυναμική του επικράτησή. Δια τούτο επεδίωξε, πρώτον, την μονοπώληση του Εθνικού μας Αγώνος …. Και επεδίωξε δεύτερον την τρομοκράτηση και την εξόντωση των αντιπάλων του. Ταύτισε εαυτό με το Κράτος. Οι αντίπαλοι του ΕΑΜ θεωρήθηκαν εχθροί της Πατρίδος».
Σε κανένα σημείο του έργου του – έργου του 1974 – ό κ. Πρωθυπουργός δεν διατυπώνει την παραμικρή αντίρρηση. Αντίθετα χαρακτηρίζει τις απόψεις του Γεωργίου Παπανδρέου «κρυστάλλινα καθαρές», και τον αποκαλεί – ορθά άλλωστε – «Δημοκράτη Πολιτικό».
Εξ άλλου, ό κ. Α. Παπανδρέου στο ίδιο βιβλίο του αποδίδει και εκείνος στο Κ.Κ.Ε. τις ευθύνες για την διάσπαση της Αντιστάσεως και τον αλληλοσπαραγμό. Πράγματι, όταν αναφέρεται στο ναυάγιο των προσπαθειών πού έγιναν στο Κάρο τον Αύγουστο του 1943 για μια συμφωνία των αντιστασιακών οργανώσεων, προσθέτει:
«Ακολούθησε ή πρώτη αναμέτρηση. Δύο μήνες μετά τη διάσκεψη του Καΐρου ό ΕΛΑΣ επετέθη κατά του ΕΔΕΣ κι έτσι άρχισε ό εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα» (σελίδες 78 – 79).
Εννοεί προφανώς την επίθεση πού υπέστη ό ΕΔΕΣ στα Τζουμέρκα. Όταν από Δυσμάς, χτυπούσε τον ΕΔΕΣ Γερμανικό πυροβολικό και ή ορεινή μεραρχία Έντελβάϊς, και όταν από Ανατολάς αιφνιδιαστικά το χτύπησαν τρεις μεραρχίες του ΕΛΑΣ. Τρεις μεραρχίες πού είχαν έρθει μέσω Θεσσαλίας και είχαν στρατιωτικό αρχηγό τον Άρη Βελουχιώτη και πολιτικό καπετάνιο αυτόν τον ίδιο τον Σιάντο στρατοπεδευμένο στο χωριό Παχτούρι.
Ή διμέτωπη εκείνη σύγκρουση πού κατέληξε στην ανατριχιαστική μάχη της Νεράιδας, κατά την οποία, προσωρινά διαλύθηκε ό ΕΔΕΣ, από μια άποψη, ορθά χαρακτηρίζεται από τον συγγραφέα Ανδρέα Παπανδρέου σαν αρχή του εμφυλίου πολέμου. Ήταν ή αρχή μιας πιο ασυμβίβαστης περιόδου.
Αργότερα ό Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ άρχισε να πλέκει το εγκώμιο του Έαμικοϋ Κινήματος, χωρίς να το συσχετίζει με το Κ.Κ.Ε.

Η ΥΠΑΙΘΡΟΣ ΣΤΕΝΑΖΕΙ ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΑ
Άλλα το ΕΑΜ δεν ήταν κάτι αυτόνομο και ανεξάρτητο. Πολλά έγκυρα αριστερά κείμενα της εποχής εκείνης, αλλά και σύγχρονα κείμενα της Άκρας Αριστεράς διακηρύσσουν πώς:
«εμπνευστής, οργανωτής και καθοδηγητής του τεραστίου Έαμικοϋ κινήματος ήταν το τιμημένο Κ.Κ.Ε.» (Ριζοσπάστης 27 Σεπτεμβρίου 1975).
Άλλα και κάτι άλλο. Στο βιβλίο του Γεωργίου Παπανδρέου «Ή Απελευθέρωση της Ελλάδος», μέσα σε πολλά άλλα σχετικά υπάρχει επί λέξει και ή εξής βεβαίωση:
«Άλλα το Κ.Κ.Ε. δεν έχει μόνο τις ευθύνες του εμφυλίου πολέμου των βουνών. Έχει επίσης και τις ευθύνες της τρομοκρατικής δυναμικής Κατοχής της Υπαίθρου. Ή ύπαιθρος στενάζει από τη βία των δυναμικών οργανώσεων του Κ.Κ.Ε. Διώκονται πλέον σκληρότατα όχι οι εχθροί της πατρίδος, αλλά οι πολιτικοί αντίπαλοι του Κ.Κ.Ε.».
Και πιο κάτω:
«Μόλις και οπού ή Γερμανική Κατοχή αποσύρεται, δεν πνέει ό άνεμος της ελευθερίας αλλά εγκαθίσταται αμέσως νέα, επίσης σκληρά, Κατοχή: του Κομμουνιστικού Κόμματος ….»
Και για να τελειώσω σημειώνω γεγονός του Σεπτεμβρίου του 1944, δηλαδή περίοδο πού πρόκειται ν’ αναγνωρίσουμε σαν περίοδο κατά την οποία το ΕΑΜ έκανε Εθνική Αντίσταση. Τότε ακριβώς ό Γ. Παπανδρέου, βρισκόμενος στην Ιταλία, πληροφορήθηκε ότι οι Βούλγαροι είχαν αρχίσει επαφές και συνεργασία με το ΕΑΜ και καθυστερούσαν την αποχώρηση τους από τα Ελληνικά εδάφη πού κατείχαν. Στο βιβλίο του «Ή Απελευθέρωση της Ελλάδος» ό Γ. Παπανδρέου δίνει ό ίδιος στοιχεία γι’ αυτές τις ανατριχιαστικές εξελίξεις και για τις ενέργειες στις όποιες προέβη για να τις προλάβει. Καλό θα ήταν να διάβαζαν αυτές τις σελίδες μερικοί οπαδοί του ΠΑΣΟΚ.

ΛΗΘΗ ΝΑΙ, ΑΛΛΑ ΧΩΡΙΣ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ
Όσα ανέφερα για τη δράση του Κ.Κ.Ε. κατά τη διάρκεια της Κατοχής, θα μπορούσα όλα να τα στηρίξω σε πολύ περισσότερα κείμενα. Σε κείμενα δικών μας και ξένων προσώπων μεγάλου κύρους πού έζησαν οι ίδιοι την εποχή εκείνη. Θα μπορούσα όλα να τα συνδυάσω με όσα αιματηρότατα γεγονότα επακολούθησαν από το Δεκέμβριο του ’44 μέχρι τον Αύγουστο του ’49. Να τα συνδυάσω για να προκύψει αβίαστο το συμπέρασμα πώς ή πολύχρονη και επίμονη προσπάθεια του Κ.Κ.Ε. να επιβάλλει δια των όπλων δικό του καθεστώς, είχε σαν πρώτη φάση την Κατοχή.
Άλλωστε και ή ακροαριστερά ορολογία αποτελεί ομολογία. Μιλάει πράγματι για 1ο – 2ο και 3ο γύρο.
Προτιμώ όμως να μη επικαλεσθώ άλλα κείμενα, άλλα γεγονότα. Όχι τόσο γιατί δεν θα ήταν χρήσιμες άλλες αποδείξεις. Άλλα γιατί θ’ αναφέρονταν περισσότερες λεπτομέρειες, και πολλές καυτές μνήμες θα ξυπνούσαν χωρίς κανένα λόγο.
Και αυτό εμείς δεν το θέλουμε. Εμείς θέλουμε την πραγματική λήθη, εκείνη πού έρχεται μόνη της, με λίγη βοήθεια, ανθρώπινα, χωρίς προκλήσεις – απαράδεκτες μάλιστα. Χωρίς φαρμακερές επιθέσεις περί γιορτών μίσους, οπότε εμείς τιμούμε τη μνήμη ενός εθνικού ήρωα. Χωρίς διεκδίκηση ηρωικών πράξεων πού δεν σας ανήκουν. Χωρίς χονδροειδή παραποίηση της Ιστορίας Και διαλάληση των παραποιήσεων με δαπανηρότατα μέσα.
Τη λήθη πού έρχεται σιγά – σιγά, Και παραδίδει εποχές στην Ιστορία για να τις κρίνει, εμείς τη θέλουμε, για πολλούς λόγους. Και αισθηματικούς, Και εθνικούς, και βεβαίας δικαιώσεως. Και αυτή τη λήθη, με πράξεις, την κάναμε πολιτική μας. Εσείς όμως τη θέλετε μόνο στα λόγια, Και την αποκηρύσσετε με τις πράξεις σας.

ΔΕΝ ΜΑΣ ΑΦΗΝΕΤΕ ΝΑ ΛΗΣΜΟΝΗΣΟΥΜΕ
Θέλουμε να λησμονήσουμε Και δεν μας αφήνετε. Με χίλιες ιδιαίτερες ενέργειες δεν μας αφήνετε σε πόλεις Και σε χωριά -σε χαροκαμένα χωριά -, σε σταυροδρόμια Και σε μεγάλες γέφυρες  σιδηροδρομικές, πού προσπαθείτε να μονοπωλήσε­τε. Και σήμερα μας φέρνετε τούτο το νομοσχέδιο πού εν ονόματι της λήθης ζωντανεύει για δεκάδες χιλιάδες Έλληνες βαθύτατα πονεμένες μέρες και ξυπνάει θλιβερότατες μνήμες. Νομοσχέδιο πού με την επίσημη σφραγίδα της Πολιτείας βάζει στο ίδιο φωτεινό βάθρο θύματα και θύτες. Πού διακηρύσσει στις νέες γενιές ότι υπό ορισμένες προϋποθέσεις, σε κρίσιμες ώρες του Έθνους μπορείς να στρέψεις τα όπλα εναντίον πατριωτών δημοκρατικών Ελλήνων, μπορείς να προσπαθήσεις να καταλύσεις με τα όπλα τη Δημοκρατία στην Ελλάδα. Κι’ αν έτσι φερθείς, αν τηρήσεις τις λίγες προϋποθέσεις, στο μέλλον θα τύχεις τιμών πού ανήκουν σε ήρωες.
Ταράζετε ψυχές, κύριοι της πλειοψηφίας. Εγείρετε επίσημα και μόνιμα πανελλήνιες αμφισβητήσεις γύρω άπ’ τις μελλοντικές καταβολές του Έθνους. Δεν κάνετε μόνο μία αδικία. Κάνετε κι ένα βαρύ λάθος εθνικής σημασίας. Δεν τιμάτε, όπως πρέπει να γίνει, όσους πατριώτες μπήκαν στο ΕΑΜ και έκαμαν αντίσταση, αλλά πιστοί στην Ελλάδα, και στην Ελευθερία, δεν κυνήγησαν τους αντιφρονούντες Έλληνες πατριώτες και το δημοκρατικό πολίτευμα. Δεν τιμάτε άτομα στα όποια ανήκει τιμή. Τιμάτε οργάνωση ή οποία πριν άπ’ όλα κρύβει άλλη οργάνωση στην οποία δεν ανήκει τιμή αλλά ψόγος. Στην ουσία, υπό ένα διαφανέστατο ψευδώνυμο δίνετε συγχωροχάρτι και τιμάτε το Κ.Κ.Ε. για τη δράση του μέχρι τον Οκτώβριο του 1944.

ΝΑ ΤΙΜΗΘΟΥΝ ΟΙ  ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΙ ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΟΙ ΟΡΓΑΝΩΣΕΙΣ
Ή Νέα Δημοκρατία θα προτιμούσε να μην είχε κατατεθεί αυτό το σχέδιο νόμου για να μη ξύνουμε παλιές πληγές. Μια πού το καταθέσατε, θεώρησε χρέος της να εξηγήσει σαφώς τη θέση της, να πει περιληπτικά αλλά ωμά την αλήθεια, και, επί ενός τόσο βασικού θέματος, να σας προτείνει μία λύση: να τιμηθούν και να βραβευθούν όχι οργανώσεις ως σύνολα, αλλά μέλη τους ως άτομα. Τα μέλη τους εκείνα πού έκαμαν αντίσταση χωρίς να εκτελέσουν «Έλληνες, χωρίς να επιδιώξουν την κατάλυση της Δημοκρατίας στην Ελλάδα. Το αντίθετο είναι κραυγαλέα άδικο, είναι έντονα αντεθνικό, είναι το χειρότερο παράδειγμα πού μπορούμε ν’ αφήσουμε στις νέες γενιές, είναι άρνηση των ιερότερων εννοιών.
Γιατί ποια έννοια έδινε στην Εθνική Αντίσταση ό Ελληνικός Λαός πού καταπιεζόταν και αντιστεκόταν στον εισβολέα; Τι ζητούσε; Τι περίμενε;
Περίμενε κλεφτοπόλεμο κατά του εισβολέα. Ζητούσε τη φθορά του. Ζητούσε την τιμωρία του.
Άλλα πώς τότε να δεχτούμε ότι έκαναν Εθνική Αντίσταση εκείνοι πού επί ενάμιση περίπου χρόνο εξολόθρευαν σχεδόν όλες τις μαχόμενες εθνικές οργανώσεις Αντιστάσεως;
Από αναμφισβήτητα στοιχεία προκύπτει ότι στην αρχή μικρές αντάρτικες ομάδες, πού συνήθως είχαν επί κεφαλής μονίμους αξιωματικούς, λαμπρά παλικάρια του Ελληνοϊταλικού Πολέμου, εξοντώθηκαν από τον ΕΛΑΣ μόλις βγήκαν στο βουνό. Δεν ήξεραν, ή αν το ήξεραν δεν πρόφθασαν να οργανωθούν και για άμυνα εναντίον Ελλήνων!… Πάμπολλες υπήρξαν ακόμα οι περιπτώσεις της εκτελέσεως πολιτών και ιδίως δασκάλων και παπάδων πού σε χωριά και κωμοπόλεις ήταν τα στέκια των πιο σημαντικών εθνικοφρόνων ανταρτικών οργανώσεων.
Συγγενείς τους, συμπολίτες τους, πολλοί από μας, γνωρίζουμε τα ονόματα, γνωρίζουμε τα δραματικά περιστατικά του χαμού τους. Πολλοί γνωρίζουν τις ανατριχιαστικές λεπτομέρειες της σφαγής στο Κλήμα Δωρίδος των παλικαριών του άδικοσκοτωμένου άψογου δημοκράτη συνταγματάρχη Ψαρρού. Άλλοι, περισσότερο γνωρίζουν τη φρίκη της διμέτωπης μάχης της Νεράιδας πού ανάφερα προ ολίγου.
Κι’ όλα αυτά είναι γεγονότα! Γεγονότα! Γεγονότα πού έλαβαν χώρα γιατί; Γιατί;
Λόγω της μεγάλης ιστορικής σημασίας του θέματος είμαι υποχρεωμένος να επαναλάβω, βιαστικά και σταχυολογώντας, ότι ό Γεώργιος Παπανδρέου έγραψε πώς το ΕΑΜ – «επί λέξει»:
    •    προετοίμασε τη μεταπολεμική δυναμική του αναμέτρηση.
    •    επεδίωξε την τρομοκράτηση και την εξόντωση των αντιπά­λων του.
    •    οι αντίπαλοι του ΕΑΜ θεωρήθηκαν εχθροί της Πατρίδος.
    •    διώκονται πλέον σκληρότατα όχι οι εχθροί της Πατρίδος, αλλά οι πολιτικοί αντίπαλοι του Κ. Κ. Ε
    •  
ΠΟΤΕ ΚΟΛΙΓΙΑ ΜΕ ΤΟ Κ.Κ.Ε.
Και θέλετε, συνάδελφοι της πλειοψηφίας, αυτές τις ανθρωπιστικά και πολιτιστικά απαίσιες πράξεις να τις αναγνωρίσουμε σαν Εθνική Αντίσταση και να τις βραβεύσουμε; Το θέλετε σεις πού θέλετε να εμφανίζεστε και ως κληρονόμοι του Γεωργίου Παπανδρέου, ό οποίος μαζί με άλλους δημοκράτες απελευθέρωσε την Ελλάδα από την αντεθνική, την αιματηρότατη ανταρσία; Και μας ζητάτε να συνεργήσουμε και εμείς, οι τότε συμπολεμιστές του Γεωργίου Παπανδρέου, εμείς πού δεν απουσιάσαμε από κανέναν, από κανέναν αγώνα για την Ελλάδα και τη Δημοκρατία;
Ε’ όχι! Σεις, πιθανότατα – ιδίως εν όψει των Δημοτικών Εκλογών – εκπληρώνετε έτσι κάποια υποχρέωση προς συμμάχους. Εμείς δεν έχουμε τέτοιες υποχρεώσεις. Εμείς ποτέ δεν κάναμε κολιγιά με το Κ.Κ.Ε. Εμείς δεν πιστεύουμε ότι ή πορεία του Έθνους μπορεί να στηρίζεται στο ψέμα και μάλιστα στο δολιότατο ψέμα.
Ή πορεία του Έθνους είναι απαραίτητο να στηρίζεται στην Αλήθεια. Αλλιώτικα το Έθνος θα γίνει ψεύτικο. Θα χάσει τη φυσιογνωμία του. Δε θα είναι πια, το περήφανο, το ωραίο, το μοναδικό σε μάκρος Ιστορίας και μάκρος συνέπειας Έθνος των Ελλήνων, το Έθνος πού υπήρξε πάντοτε ό σκυταλοδρόμος του πυρσού της Ελευθερίας και του Πνεύματος.

ΥΠΕΡΑΣΠΙΖΟΜΑΣΤΕ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ
Αντιλαμβανόμαστε ότι τις ιστορικές αλήθειες δεν είναι ανάγ­κη να τις διαλαλούμε όταν ξυπνούν πάθη κοφτερά, όταν ζωντανεύουν μίση. Γι’ αυτό και δεν το κάνουμε. Σεις μας υποχρεώνετε να το κάνουμε πότε – πότε υπερασπίζοντας την αλήθεια. Σήμερα αυτό κάνουμε πάλι. Και την υπερασπιζόμαστε με συγκίνηση, με προσοχή με συγκράτηση, καθορίζοντας σαφώς τις θέσεις μας, αλλά αποφεύγοντας τη γενίκευση της συζητή­σεως. Αποφεύγοντας την μόνο και μόνο για να μη λεχθούν περισσότερα για τα πάμπολλα εγκλήματα πού διαπράχθηκαν και για να μη πικραθούν βαθύτερα και πιο αγιάτρευτα οι πονεμένες μνήμες πού εσείς αδικαιολόγητα τις ξυπνάτε.
Άλλα δεν αρκεί να καθορίσουμε τις θέσεις μας για το παρελθόν. Πρέπει με δυο γενικές γραμμές να καθορίσουμε και τις θέσεις μας για το προσεχές μέλλον.
Πιστεύουμε στην ανάγκη της ενότητας του Έθνους. Πι­στεύουμε σ’ αυτήν ακόμα περισσότερο σήμερα πού ό διεθνής ορίζοντας είναι βαρύς, είναι ίσως και απειλητικός. Σήμερα πού στον εσωτερικό τομέα, με τους πάσης φύσεως διωγμούς πού κάνετε, με τη θέση πού ξαφνικά καταλαμβάνουν στη ζωή μας οι πρασινοφρουροί, με άλλες εκδηλώσεις της πολιτικής σας, εμείς βλέπουμε σημάδια ενός καινούργιου διχασμού.
Γι αυτό, πιστεύουμε στην ανάγκη μιας προϊούσας λήθης για το βαθύ διχασμό πού μας άφησε ή μεγάλη δεκαετία του ’40 -’50. Άλλα μιας λήθης πού θα είναι ισόρροπη. Πού θα στηρίζεται στην αλήθεια. Μιας λήθης όπου δε θα θέλουμε τα θύματα να λησμονούν ενώ οι θύτες θα καμαρώνουν και θα βραβεύονται. Μιας λήθης πού για να είναι χρήσιμη, πρέπει να έχει ανθρωπιά και δικαιοσύνη.
Στο συγκεκριμένο θέμα πού συζητάμε σας πρότεινα προ ολίγου μια λύση. Είναι ποτισμένη από πνεύμα δικαίου, έχει νομίζω, ατράνταχτη λογική. Θέλετε να διευρύνετε τον κύκλο των αναγνωρισμένων αγωνιστών Εθνικής Αντιστάσεως. Κάντε το για όσους πολέμησαν τον εχθρό χωρίς συγχρόνως συστηματικά να εξοντώνουν Έλληνες Αγωνιστές πού είχαν διαφορετική ιδεολογική τοποθέτηση από τη δική τους. Πώς θα ξεχωρίσουμε αυτούς τους αγωνιστές αφού παίρνουμε ως δεδομένο ότι άνηκαν στο ΕΑΜ; Θα το βρούμε. Υπάρχουν πολλοί τρόποι. Θα σας βοηθήσουμε στην αναζήτηση αυτών των τρόπων, έφ’ όσον δεχθείτε την άποψη μας.

Η ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΣΥΓΧΩΡΟΧΑΡΤΙ ΣΤΟ Κ.Κ.Ε.
Αν δεν την δεχθείτε, τότε δε σας ενδιαφέρει  ή απονομή δικαιοσύνης στους αληθινούς αγωνιστές. Σας ενδιαφέρει μόνο ή απονομή ομαδικού συγχωροχαρτιού και βραβείου στο Κ. Κ.Ε. για ενέργειες πού πλείστοι Έλληνες θεωρούν αντεθνικές.
Το γιατί σας ενδιαφέρει αυτό, είναι φανερό, για όσους παρακολουθούν τις κινήσεις σας. Το Κ. Κ.Ε. χρειάζεται πολύ αυτό το συγχωροχάρτι. Εσείς, κάθε τόσο του κάνετε διάφορες παραχωρήσεις, για να μπορείτε να του αρνηθείτε άλλες πού προεκλογικά τις είχατε υποσχεθεί στο Λαό. Και άλλοτε γκρινιά­ζοντας, και άλλοτε άλληλοασπαζόμενοι, συνοδοιπορείτε στα­θερά γιατί καθένας από σας πιστεύει ότι εκείνος πού τελικά θα υπερφαλαγγισθεί (κοινώς θα καπελωθεί) δε θα είναι ό ίδιος αλλά ό άλλος.
Σ’ αυτό το πλαίσιο των πολιτικών σας κινήσεων πιστεύω ότι εντάσσεται και ή επιθυμία σας να προωθηθεί βιαστικά αυτό το νομοσχέδιο χωρίς να είναι παρούσα ή «Ολομέλεια της Εθνικής Αντιπροσωπείας, χωρίς ούτε καν μια αναβολή 48 ωρών όπως ζήτησα ….
Άλλα εμάς δεν μας ενδιαφέρουν τα αίτια αυτής της ταχείας και αιφνιδιαστικής προωθήσεως. Μας ενδιαφέρει ή ουσία και διατυπώσαμε τις θέσεις μας.
Πέρα όμως άπ’ όσα διατυπώσαμε χρειάζεται μια ακόμα διευκρίνηση.
Εμείς πιστεύουμε, πώς εκτός από τους λίγους πού εκ προθέσεως έστρεψαν τα όπλα εναντίον συμπατριωτών τους,
ολόκληρος σχεδόν ό Λαός, όλοι σχεδόν οι Έλληνες έκαμαν αντίσταση κατά την Κατοχή. Και την αντίσταση τους την είδαμε, τη ζήσαμε σε χιλιάδες πράξεις πού για να γίνουν χρειάζονταν πατριωτισμό, ηρωισμό και πνεύμα αυτοθυσίας. Γιατί αντίσταση ήταν το κρύψιμο κάποιου καταζητούμενου, Χριστιανού ή Ε­βραίου, το δώσιμο ψωμιού σε κάποιον ένοπλο, ή παροχή ή ή διαβίβαση μιας πληροφορίας στρατιωτικής σημασίας, ή άρνηση υπογραφής δηλώσεως ότι οι κουτσόβλαχοι δεν είναι Έλληνες γιατί αισθάνονται Λατίνοι . Όλα αυτά, βιώματα εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων, ήταν πράξη της κάθε μέρας και της κάθε νύχτας, σε πόλεις και σε χωριά, σε βουνά, σε πεδιάδες και σε νησιά.

Η ΓΝΩΜΗ ΤΩΝ ΞΕΝΩΝ
Και επίσημα το αναγνώρισαν και ξένοι αρμόδιοι. Να πώς το αναγνωρίζει ό αρχηγός της πρώτης Συμμαχικής Αποστολής, ό Ταξίαρχος Μάγιερς πού έπεσε με αλεξίπτωτο στα αγριοτόπια της Γκιώνας στις 30 Σεπτεμβρίου του 1942. Γράφει στον πρόλογο του βιβλίου του «Ή Ελληνική Περιπλοκή»:
«Το κείμενο πού ακολουθεί είναι οι εμπειρίες μου από την καταχτημένη Ελλάδα του 1942 – 43, ή εξιστόρηση των γεγονότων πού επηρέασαν την Ελληνική Αντίσταση και, ιδιαίτερα, εκείνων πού προκάλεσαν την έκρηξη του εμφυλίου πολέμου το 1944. Όταν, μετά το τέλος του πολέμου, το έγραψα για πρώτη φορά εν περιλήψει, χρειάστηκε ν’ απαλείψω ορισμένα αποσπάσματα από το τελευταίο αμφισβητούμενο μέρος του βιβλίου, προκειμένου να μου επιτραπεί ή δημοσίευση τους, ξέροντας ωστόσο ότι μ’ αυτό τον τρόπο του αφαιρούσα την οποιαδήποτε ιστορική αξία πού θα μπορούσε να έχει. Τώρα, υστέρα από δέκα σχεδόν χρόνια, μπορώ να διηγηθώ ολόκληρη την Ιστορία πού έγραψα τότε.
Το βιβλίο δημοσιεύεται εν μέρει γιατί μπορεί να περιέχει στοιχεία πού να συμβάλλουν στην ιστορική τοποθέτηση των γεγονότων και εν μέρει για ν’ αποτίσει, καθυστερημένα έστω, φόρο τιμής στους ανθρώπους πού εργάστηκαν κάτω από τις διαταγές μου και σε πολλούς Ιπποτικούς «Έλληνες αντάρτες της Ελληνικής Αντίστασης. Κυρίως όμως δημοσιεύεται για ν’ αποτίσει φόρο τιμής στους άλλους, τους μεγαλύτερους ίσως, ήρωες της Ελληνικής Αντίστασης: τον άοπλο λαό των βουνών το λαό πού άντεξε στην φοβερή Τρομοκρατία των αντιποίνων του εχθρού, το λαό πού δεν έβγαλε προδότες, το λαό πού ανάμεσα του κινούμαστε πάντα ελεύθερα και πού μας προμή­θευε τροφή, στέγη, οδηγούς και πληροφορίες για τον εχθρό. Δεν θα πρέπει να ξεχάσουμε ποτέ ότι χωρίς την υποστήριξη αυτού του Λάου, χωρίς το σχεδόν απίστευτο ψυχικό σθένος, δεν θα μπορούσε να υπάρξει αποφασιστική Αντίσταση».

ΜΕΓΑΛΕΙΩΔΗΣ ΚΑΙ  ΚΑΘΟΛΙΚΗ Η ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ
Τη ζήσαμε αυτή τη μεγαλειώδη καθολική αντίσταση. Την αναγνωρίζουν και πολλά ξένα κείμενα. Αμφιβολίες δεν υπάρχουν γι αυτήν. Ποια σκοπιμότητα λοιπόν εξυπηρετεί ή βιαστική, με τυμπανοκρουσίες, επίσημη αναγνώριση της μόνης δράσεως επί Κατοχής πού πάρα πολλοί Έλληνες θεωρούν ότι δεν ήταν Αντίσταση;
Τι δικαιολογεί, την από πολλές πλευρές τουλάχιστο περίεργη αυτή κυβερνητική ενεργεία;
Τίποτε το εθνικό δεν την δικαιολογεί.
Γι αυτό και ή Νέα Δημοκρατία δεν είναι διατεθειμένη να συνεργήσει σ’ αυτή την ενέργεια. Το μόνο πού θα δεχόταν είναι αναγνώριση υπό τους περιορισμούς και τις προϋποθέσεις πού εξέθεσα. Κατά τα άλλα, είμαστε κατηγορηματικά και έντονα αντίθετοι προς το νομοσχέδιο. Δεν θα συμμετάσχουμε στη συζήτηση του εκτός αν γίνει δεκτή ή πρόταση μας για βράβευση ατόμων και όχι οργανώσεων. Και φυσικά ούτε στην ψηφοφορία θα συμμετάσχουμε.
Μου μένει για να τελειώσω να προβώ σε μια δήλωση:
Όταν νωρίτερα, άπ’ ότι νομίζουν μερικοί, ξανάρθουμε στην εξουσία θα εισαγάγουμε στην Ολομέλεια της Βουλής, νομοσχέ­διο πού θα καταργεί το νόμο αυτόν. Οι ελάχιστες διατάξεις του θα εμπνέονται κυρίως από τη βαθειά πίστη μας ότι πρέπει πριν άπ’ όλα να τιμούμε την αφανή αλλά πραγματική ηρωική κατοχική αντίσταση όλων των Ελλήνων, και όχι και εκείνων πού έστρε­ψαν τα όπλα εναντίον αγωνιστών.
Ή δευτερολογία του κ. Ευάγγελου Αβέρωφ
Μετά την ομιλία του Προέδρου της «Νέας Δημοκρατίας» κ. Ευαγγέλου Αβέρωφ, ανήλθε στο βήμα ό Πρωθυπουργός, ό όποιος προσπάθησε να αντικρούσει στις θέσεις και τα επιχειρή­ματα του αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολιτεύσεως.
Είπε μεταξύ άλλων ό κ. Πρωθυπουργός, ότι ό Πρόεδρος της «Νέας Δημοκρατίας» διασπά δήθεν την ενότητα του λάου με το να μη δέχεται την αναγνώριση του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ και προσφέρει την αντίσταση κατά την κατοχή στο ΚΚΕ!
Στην παρέμβαση του κ. Πρωθυπουργού, ό αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολιτεύσεως κ. Εύάγ. Αβέρωφ απάντησε ως έξης:
    •    ΙΩ. ΑΛΕΥΡΑΣ (Πρόεδρος της Βουλής): Τον λόγο έχει ό Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας κ. Ευάγγελος Αβέρωφ.
    •    ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΑΒΕΡΩΦ (Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολιτεύσεως): Είπατε, κύριε Πρόεδρε, ότι δεν κατάλαβα και ότι χάρισα την Εθνική Αντίσταση στο ΚΚΕ. Αντιθέτως του την αρνήθηκα. Και είπα ότι είναι το μόνο το οποίο δεν έκανε αντίσταση. Άλλα καταλαβαίνουμε τόσα πολλά πράγματα διαφορετικά οι δυο μας, ώστε ένα παραπάνω, να το καταλάβουμε διαφορετικά, δεν παίζει μεγάλο ρόλο (χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας). Μιλήσατε επίμονα για ενότητα, όταν όλη ή πολιτεία σας, από την επομένη των εκλογών, είναι πολιτεία ή οποία διασπά την ενότητα. Οι διωγμοί οι όποιοι γίνονται σ’ όλους τους χώρους, οι εκπαραθυρώσεις στα συνδικάτα και οπουδήποτε άλλου, —δεν ξέρω για πιο λόγο αλλά φοβάμαι για ορισμένους συγκεκριμένους λόγους— όλα αυτά διασπούν την ενότητα του Έθνους. Εμείς εργαζόμαστε γι’ αυτήν. Και γι αυτό και σε τούτο το θέμα, το καυτό, αποφεύγουμε τις συζητήσεις, αποφεύγουμε να ζωντα­νεύουμε τις μνήμες. Σεις το κάνετε και μας υποχρεώνετε να λάβουμε θέσεις, θέλετε να λησμονούμε εμείς και να μη λησμονούν οι άλλοι; Θέλετε, κυρίως, να αποκτήσει το ΚΚΕ συγχωροχάρτι και βραβείο για την αντεθνική του δράση επί κατοχής; Αυτό είναι αδύνατο να το δεχθούμε. Και επειδή αρνηθήκατε την πρόταση μας, γι’ αυτόν τον λόγο εμείς θα αποχωρήσουμε (παρατεταμένα χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας). (Στο σημείο αυτό αποχωρεί από την αίθουσα ή Αξιωματική Αντιπολίτευση).
    •  
ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Ένας από τους λόγους πού οι Έλληνες μεγαλούργησαν το χειμώνα του 40-41 και τους θαύμασε ή Οικουμένη, είναι γιατί πολέμησαν ενωμένοι για την τιμή τους, για τη λευτεριά τους, για τη λευτεριά όλου του Κόσμου.
Με ποιο τρόπο γρήγορα διασπάστηκε στην Ελλάδα αυτή ή πολύτιμη ενότητα έχει περιγραφεί σε έγκυρα βιβλία δικών μας και ξένων, πού από υπεύθυνες θέσεις έζησαν επί τόπου τα δραματικά γεγονότα 1942 – 44.
Με συντομία και σε γενικές γραμμές το περιέγραψε και ό Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, στην αγόρευση του, της 17ης Αυγούστου, στη Βουλή. Εκείνο πού δεν έθιξε, ήταν ή διάσπαση της ενότητας, σε άλλο καίριο χώρο: στη Μέση Ανατολή.
Αντιμετωπίζοντας φοβερούς κινδύνους – πού πολλές φορές πλήρωναν με τη ζωή τους ή την ελευθερία τους – διέφευγαν προς τα εκεί αξιωματικοί, υπαξιωματικοί, οπλίτες.
Σχηματίσθηκαν έτσι στην Αίγυπτο Ελληνικές Ένοπλες Δυνά­μεις κατά Ξηρά, Θάλασσα και Αέρα. Εντάχθηκαν στη Συμμαχική Στρατιά και αμέσως ανέλαβαν δράση. Τμήματα πεζικού καλά εκπαιδευμένα και εξοπλισμένα έλαβαν μέρος στους αγώνες της βορειαφρικανικής ακτής και στην αποφασιστική μάχη του Έλ Αλαμέιν.
Ό Ιερός Λόχος αναδείχθηκε ως μια από τις πιο επίλεκτες συμμαχικές μονάδες, και πέρασε στη διεθνή Στρατιωτική Ιστορία σαν παράδειγμα. Σχεδόν όλοι οι άντρες του ήταν αξιωματικοί πού εθελοντικά υπηρετούσαν ως οπλίτες. Ήταν ή αιχμή της λόγχης της 8ης Στρατιάς του Μοντγκόμερι, πού του ανατίθενταν οι πιο παράτολμες αποστολές, και ήταν τελικά το συμμαχικό τμήμα πού υπερφαλαγγίζοντας τις μονάδες του Ρόμελ μπήκε πρώτο στην Τύνιδα.
Το Ναυτικό όργωσε τη Μεσόγειο, τον Ατλαντικό, τον Ινδικό. Καταβύθισε υποβρύχια και πλοία επιφανείας του εχθρού, και ο! μονάδες του πήραν μέρος στην απόβαση της Σικελίας.
Ή Αεροπορία σε επικίνδυνες αποστολές στη Μέση Ανα­τολή, στην Κρήτη και αργότερα στην Ιταλία, έδινε τη μάχη στους φλογισμένους ουρανούς και Έφερνε το μήνυμα της νίκης.

Η ΑΝΤΑΡΣΙΑ
Και τότε έγινε κάτι πού κανένας δεν το περίμενε. Ξέσπασε ανταρσία μέσα στις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις, πού λίγο έλλειψε να τις διαλύσει ή να τις θέσει υπό κομμουνιστικό έλεγχο.
Ή ανταρσία υπέβοσκε στα πολεμικά πλοία από τις αρχές της ανοίξεως του 1944. Τον Απρίλιο εν πλω, αλλά ιδίως στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας, συζητήθηκε ή υποταγή των αξιωματικών σε Επιτροπάτα Υπαξιωματικών και Ναυτών. Οι Αξιωματικοί αρνήθηκαν, με αποτέλεσμα, οι στασιαστές, άλλους να αφήσουν να αποβιβασθούν, άλλους να κλείσουν στις ναυτοφυλακές και άλλους να ρίξουν στη θάλασσα.
Τη διοίκηση των πλοίων ανέλαβε ό ΓΕΛΑΝ πού σήμερα αναγνωρίζεται ως αντιστασιακή οργάνωση και βραβεύεται. Τα αντιτορπιλικά «Αποστόλης», «Ιέραξ», μόλις είχαν επιστρέψει από επιχειρήσεις στη Σικελία (4 και 5 Απριλίου) και είχαν δέσει στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας. Αυτά κατελήφθησαν νύχτα, αιφνιδιαστικά και υστέρα από ανταλλαγή πυρών, από 250 και πλέον Αξιωματικούς και Υπαξιωματικούς του Ναυτικού.
Έτσι σε ώρα κρίσιμης μάχης κατά του εχθρού, σε ώρα πού αύξανε γρήγορα ό όγκος και ή δύναμη του, οι Ελληνικές μονάδες, εσωτερικά διχασμένες, δεν μπορούσαν ή και αρνήθηκαν να πολεμήσουν.
Χρειάστηκε ή τολμηρή απόφαση του Σοφοκλή Βενιζέλου, ή σθεναρή στάση του Πέτρου Βούλγαρη, για να ανακαταλάβουν τα πλοία, σε μια νυχτερινή εξόρμηση, ομάδες Ελλήνων αξιωματικών του Ναυτικού, πού μερικοί από αυτούς έχασαν εκεί τη ζωή τους. Και χρειάσθηκε ή Πρωθυπουργία του Γεωργίου Παπανδρέου για να ξαναγίνουν επίλεκτες μονάδες, όπως ή Ταξιαρχία, πού υπό τον Θρασ. Τσακαλώτο έλαβε μέρος στην εκστρατεία της Ιταλίας και απελευθέρωσε το Ρίμινι υστέρα από σκληρή μάχη. Για να ξαναγίνει αξιόμαχος και πάλι ό Πολεμικός Στόλος, επανδρωμένος από γενναίους άνδρες και πειθαρχημένους, πιστούς στην αποστολή τους και να απελευθερώσει τα Δωδεκάνησα.
Ό σκοπός της ανταρσίας ήταν φανερός: να διαλυθούν ή τουλάχιστον να αδυνατίσουν οι ισχυρές, οργανωμένες, και μη κομμουνιστικές Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις του εξωτερικού, για να μην αποβιβασθεί στην Ελλάδα, την ώρα της απελευ­θερώσεως εθνικό στράτευμα, πού δύσκολα θα το αντιμετώπιζε ό ΕΛΑΣ.

Η ΙΔΙΑ ΤΑΚΤΙΚΗ
Ή ίδια δηλαδή τακτική με εκείνη πού εφαρμόσθηκε εναντίον των μη κομμουνιστικών ανταρτικών ομάδων πού πολεμούσαν τον εχθρό στο Ελληνικό έδαφος. Ίδια και στα βουνά της πατρίδας και στις έρημους της Αφρικής. Ίδια, γιατί όπως έγραψε ό Γεώργιος Παπανδρέου «το ΕΑΜ …. θέλησε να προετοιμάσει την μεταπολεμική δυναμική του επικράτηση» και «επεδίωξε την τρομοκράτηση και την εξόντωση των αντιπάλων του»..
Έτσι το ηθικό και ιστορικό βάρος της αποφάσεως της Νέας Δημοκρατίας, ενισχύεται ακόμα περισσότερο. Μάλιστα. Αξίζουν αναγνωρίσεως και τιμής όσοι είχαν προσχωρήσει στο ΕΑΜ και έκαναν αντίσταση. Είναι όμως ντροπή και βλάπτει το μέλλον του Έθνους ή αναγνώριση και βράβευση ολόκληρης της οργανώσεως, πού τμήμα της πολεμούσε Έλληνες με σκοπό να επιβάλλει στην Ελλάδα ολοκληρωτικό καθεστώς.

===========================

Γ. Μεζεβίρη : Το Ναυτικό στη Μέση Ανατολή. Η αναταραχή Μάρτιος 1943 - Μάρτιος 1944



ΝΑΥΑΡΧΟΣ ΜΕΖΕΒΙΡΗΣ


 Το Ναυτικό στη Μέση Ανατολή
Η αναταραχή
Μάρτιος 1943 - Μάρτιος 1944
 

(πηγή: Γ. Μεζεβίρη  Αντιναυάρχου ε.α.,
"Τέσσαρες δεκαετίες εις την Υπηρεσίαν του Β. Ναυτικού",
Αθήναι 1971)
 



Ο Ελληνικός Στόλος που είχε διαφύγει στην Αίγυπτο τον Απρίλιο του 1941, συνέχισε την πολεμική του δράση στο πλευρό των Συμμάχων. Μετά από μια πρώτη περίοδο ανωμαλιών, η πολεμική απόδοση του Στόλου είχε σημαντικά βελτιωθεί και η οργάνωσή του είχε σημειώσει σημαντική πρόοδο. Ιδιαίτερα από τον Μάιο του 1942 με την ανάληψη των καθηκόντων του Αρχηγού Στόλου από τον Υποναύαρχο Σακελλαρίου.


Η κατάσταση του Ελληνικού Στόλου την Άνοιξη του 1943


Όλα τα πλοία επιφανείας που είχαν διαφύγει από την Ελλάδα βρίσκονταν σε ενεργή υπηρεσία: Το αντιτορπιλικό (α/τ) «ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΟΛΓΑ» , τα δυο α/τ τύπου «ΥΔΡΑ» και τα τρία α/τ τύπου «ΑΕΤΟΣ» εκτελούσαν συνοδείες. Το θωρηκτό «ΑΒΕΡΩΦ» παρέμενε στο Πορτ Σάιντ σαν πλωτό αντιαεροπορικό πυροβολείο και έδρα του Αρχηγού το Στόλου και του επιτελείου του. Τα τρία μικρά αντιτορπιλικά χρησιμοποιούνταν για βοηθητικές υπηρεσίες στη Διώρυγα του Σουέζ. Κανένα από αυτά τα πλοία δεν είχε υποστεί ζημιές σε προσωπικό ή υλικό, από εχθρική δράση.

Αντίθετα, από τα υποβρύχια δυο μόνο ήταν σε ενέργεια: Ο «ΤΡΙΤΩΝ» είχε βρει ένδοξο τέλος στις ελληνικές θάλασσες μετά από λαμπρή δράση, ο «ΓΛΑΥΚΟΣ» είχε βυθιστεί στην Μάλτα μετά από αεροπορική επίθεση και ο «ΝΗΡΕΥΣ» βρισκόταν σε μακρά επισκευή.

Την ίδια εποχή το Ελληνικό Ναυτικό είχε ενισχυθεί με πέντε πλοία συνοδείας τύπου Hunt, από τα οποία δυο βρίσκονταν ακόμα στην Αγγλία και μια κορβέτα. Είχαν ακόμα διατεθεί ένα Αγγλικό υποβρύχιο, που βρίσκονταν υπό παράδοση στην Αγγλία, και ένα Ιταλικό, που είχε συλληφθεί από τους Άγγλους και βρίσκονταν σε μακροχρόνια επισκευή.

Τα πλοία που διέφυγαν από την Ελλάδα υποβλήθηκαν αρχικά σε πολύμηνες επισκευές, που είχαν απόλυτη ανάγκη, λόγω του πεπαλαιωμένου υλικού τους. Παράλληλα, εκσυγχρονίστηκε ο αντιαεροπορικός εξοπλισμός και εφοδιάστηκαν με ανθυποβρυχιακές συσκευές και καλύφθηκαν, έτσι, δυο μεγάλες ελλείψεις τους.

Η όλη οργάνωση των ναυτικών υπηρεσιών ήταν τελείως διαφορετική από εκείνη στην Ελλάδα: Η Ανωτέρα Διοίκηση Αντιτορπιλικών, Διοικητής της οποίας ήταν ο Πλοίαρχος Μεζεβίρης, είχε καταργηθεί. Το α/τ «ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΟΛΓΑ» με τις νέες μονάδες είχαν ενταχθεί σε Αγγλικές Μοίρες και τα παλιά αντιτορπιλικά εκτελούσαν αποστολές που διέταζαν οι Αγγλικές αρχές. Τα υποβρύχια που έδρευαν στην
Βηρυτό διοικούνταν από Έλληνα Διοικητή. Τα καθήκοντα του Αρχηγού Στόλου είχαν ουσιαστικά περιοριστεί σε διοικητικά, καθώς όλες οι κινήσεις των πλοίων διατάζονταν και τα έξοδα καλύπτονταν από τον Βρετανό Στόλαρχο. Κατόπιν απαιτήσεως των Άγγλων, οι κυβερνήτες των πλοίων μας που συνεργάζονταν με Αγγλικά δεν έπρεπε να έχουν βαθμό ανώτερο του Πλωτάρχη γιατί σε αντίθετη περίπτωση σε όλες τις μικτές συνοδείες οι Διοικητές θα ήταν Έλληνες. Η θαλάσσια υπηρεσία αποκλείονταν έτσι για τους Πλοιάρχους και για τους περισσότερους από τους Αντιπλοιάρχους. Το Γενικό Επιτελείο Ναυτικού είχε καταργηθεί και οι δικαιοδοσίες του είχαν αναληφθεί από τον Αρχηγό του Στόλου. Το Υπουργείο Ναυτικών διατηρούσε σκιώδη εξουσία και ασχολούνταν με λίγα γενικά ζητήματα του προσωπικού.


Η αναταραχή


Ο Γρηγόριος Μεζεβίρης διηγείται:

«Ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας Παναγιώτης Κανελλόπουλος μετά τη αποτυχία του να αποκαταστήσει την τάξη στις ταξιαρχίες στη Βηρυτό, υπέβαλε την παραίτησή του στις αρχές Μαρτίου του 1943. Η κατάσταση επιδεινώνονταν.  Φυλλάδια διανέμονταν κρυφά στις στρατιωτικές μονάδες και στα πολεμικά πλοία που έβριζαν τους «φασίστες» αξιωματικούς. Τα πλοία εξακολουθούσαν να εκτελούν κανονικά τις αποστολές τους παρότι, σε μερικά από αυτά, είχε παρατηρηθεί κάποια αναταραχή στα πληρώματα που προκαλούσαν επιστρατευθέντες ναύτες του Εμπορικού Ναυτικού. Άρχισαν να εκφράζονται φόβοι για ενδεχόμενη διασάλευση της τάξης στα πλοία. Οι φόβοι αυτοί μεγαλοποιούνταν από εκείνους που είχαν συμφέρον να αλλάξει η κατάσταση.
Από την άφιξή μου στην Αίγυπτο δεν μου είχε δοθεί η ευκαιρία να έρθω σε επαφή με το μαχόμενο Ναυτικό γιατί τα πλοία ήταν απασχολημένα σε αποστολές. Από τις επαφές όμως που είχα όμως με αξιωματικούς που υπηρετούσαν στην Αλεξάνδρεια και στην Βηρυτό, διαπίστωσα μια διάχυτη δυσαρέσκεια.. Αρκετοί ισχυρίζονταν ότι εφαρμόζονταν υπερβολικά αυστηρές μέθοδοι διοίκησης που έφθαναν κάποιες φορές σε σκληρότητες και αδικίες. Επειδή οι πληροφορίες αυτές προέρχονταν, κυρίως, από εκείνους που είχαν αφορμές για προσωπικά  παράπονα, δεν γνωρίζω αν τα λεγόμενα τους ήταν δικαιολογημένα  Τα παράπονα όμως αυτά έφταναν μέχρι την Κυβέρνηση για να την πιέσουν να πάρει μέτρα κατά της Διοίκησης του Ναυτικού.

Την περίοδο εκείνη κυκλοφορούσαν φήμες ότι η Κυβέρνηση τελούσε υπό παραίτηση και αναμένονταν ανασχηματισμός με συμμετοχή ακραιφνώς δημοκρατικών στοιχείων. Ο ανασχηματισμός μου ανακοινώθηκε από τον αποχωρούντα Υφυπουργό Ναυτικών, το βράδυ της 24ης Μαρτίου 1943. Νέος Υπουργός ανελάμβανε ο δικηγόρος της Αλεξανδρείας Ρούσσος, φανατικός δημοκρατικός , που είχε παλαιότερα διατελέσει Υπουργός στην Ελλάδα. Στην κυβερνητική ανακοίνωση του ανασχηματισμού περιλαμβάνονταν και η αποδοχή της, μη υποβληθείσας, παραίτησης του Αρχηγού του Στόλου. Στη θέση του Αρχηγού του Στόλου δίνονταν με τον τρόπο αυτό πολιτικός χαρακτήρας.

Νέος Αρχηγός του Στόλου ανελάμβανε ο έφεδρος Πλοίαρχος Κ. Αλεξανδρής, Ναυτικός Ακόλουθος στο Λονδίνο. Αξιωματικός με πολλά προσόντα, είχε απομακρυνθεί  από τις τάξεις του Ναυτικού το 1935 με τον βαθμό του Αντιπλοιάρχου λόγω της συμμετοχής του στο κίνημα και δεν είχε ποτέ ασκήσει Ανωτέρα Διοίκηση ούτε είχε πάρει μέρος στον πόλεμο στην Ελλάδα. Η ονομασία του Πλοιάρχου Αλεξανδρή προκάλεσε κατάπληξη στους ναυτικούς κύκλους, με εξαίρεση εκείνων που ήταν μυημένοι στα μυστήρια των πολιτικών παρασκηνίων. Ένας συνάδελφος που δεν είχε λάβει μέρος στο κίνημα του 1935, αλλά είχε στενούς δεσμούς με εκείνους που είχαν συμμετάσχει, μου απεκάλυψε ότι οι εξελίξεις αυτές προετοιμάζονταν από πολύ καιρό και πρόσθεσε «πρέπει να αντιληφθείς ότι τώρα επικράτησε το κίνημα του 1935».

Η νέα κατάσταση αποτέλεσε για μένα βαρύ πλήγμα. Με την ανάθεση σε νεώτερό μου αξιωματικό της πρώτης θέσης του Ναυτικού, αποκλείονταν η χρησιμοποίησή μου σε οποιανδήποτε υπηρεσία. Μετά την απομάκρυνση των δυο Ναυάρχων  ήταν φυσικό, σαν αρχαιότερος των άλλων αξιωματικών άλλα κυρίως λόγω της πολεμικής μου προϋπηρεσίας στην Ελλάδα, να περιμένω να μου ανατεθούν τα καθήκοντα του Αρχηγού του Στόλου. Την αδικία που έγινε σε βάρος μου αναγνώριζε και η μεγάλη πλειοψηφία των αξιωματικών που υπηρετούσαν στην Αίγυπτο.

Όταν το πρωί της επομένης ημέρας επισκέφθηκα τον νέον Υπουργό και διαμαρτυρήθηκα έντονα, μου απάντησε ότι, πράγματι, γνώριζε από τον προκάτοχό του τα σχετικά με την προϋπηρεσία μου και την πολεμική μου δράση και θα ήμουν ασφαλώς ο ενδεδειγμένος Αρχηγός του Στόλου. Επειδή όμως είχα διατελέσει Επίτροπος του Έκτακτου Ναυτοδικείου το 1935, δεν θα ήμουν σήμερα ανεκτός σαν Αρχηγός από εκείνους που είχα καταδικάσει! Ο Υπουργός μου συνέστησε, τέλος, να δω τον Πρωθυπουργό και τον Βασιλιά. Ο Πρόεδρος της Κυβέρνησης Εμμανουήλ Τσουδερός μου έπλεξε το εγκώμιο και επανέλαβε και αυτός ότι ήμουν ο ενδεδειγμένος Αρχηγός του Στόλου και πρόσθεσε «απορώ πώς έγινε αυτό το πράγμα». Τελικά με παρέπεμψε στον Υπουργό Ναυτικών να το ρυθμίσει. Ο Βασιλεύς Γεώργιος Β’ με δέχτηκε με ευμένεια, ζήτησε λεπτομερείς πληροφορίες για τα συμβαίνοντα στην Ελλάδα, για το ζήτημα μου όμως μου είπε –όπως ήταν φυσικό- ότι αυτό ήταν καθαρά κυβερνητικό. Ο Διάδοχος Παύλος που με δέχθηκε στη συνέχεια εθιμοτυπικά, μόλις με είδε και με τον αυθορμητισμό που τον χαρακτήριζε, μου είπε ότι ο ίδιος διαφωνούσε ριζικά με όσα συνέβησαν. Σε νέα κοινή συνάντηση που είχα με τον Πρωθυπουργό και τον Υπουργό Ναυτικών, επανέλαβαν τους επαίνους τους χωρίς όμως να δίνουν λύση στο ζήτημα.  Σε επόμενη παρουσίασή μου στον Υπουργό, τον άκουσα με αγανάκτηση να μου προτείνει τη θέση του Ναυτικού Ακολούθου στην Άγκυρα, στην οποία έδινε μεγάλη σημασία. Του δήλωσα ότι θα του υποβάλλω  εγγράφως τις αντιλήψεις μου. Στην αναφορά μου, αφού παρουσίαζα τα σχετικά με τη σταδιοδρομία μου και διαμαρτυρόμουν έντονα για όσα είχαν προηγηθεί, υπέβαλλα διάφορες προτάσεις για τη χρησιμοποίησή μου σε μάχιμη υπηρεσία. Ειδικότερα πρότεινα να αποστρατευτώ και να ανακληθώ ως έφεδρος, οπότε αυτόματα θα γινόμουν νεώτερος στην αρχαιότητα από τον νέο Αρχηγό του Στόλου που είχε στο μεταξύ μονιμοποιηθεί. Θα μπορούσα έτσι, τυπικά, να υπηρετήσω κάτω από τις διαταγές του στη θέση του Ανώτερου Διοικητή Αντιτορπιλικών μετά την ανασύστασή της.   Σε απάντηση έλαβα ένα στυγνό έγγραφο που με έπεισε ότι ήταν περιττό να συνεχίσω τις προσπάθειές μου. Άλλωστε αναμενόταν ορκωμοσία νέου Υπουργού των Ναυτικών.

Στις 7 Μαΐου 1943 έγινε νέος αιφνιδιασμός. Ο νέος Αρχηγός Στόλου, πριν ακόμα αναλάβει τα καθήκοντά του, προάγονταν κατά απόλυτο εκλογή σε Υποναύαρχο. Διαγράφονταν έτσι η σταδιοδρομία σε περίοδο ειρήνης και πολέμου των αρχαιοτέρων του για μια ολόκληρη οκταετία, κατά την οποία αυτός είχε βρεθεί έξω από το ενεργό Ναυτικό. Η ενέργεια αυτή της Κυβέρνησης είχε πολύ κακό αντίκτυπο στο σώμα των Αξιωματικών και οι αρχαιότεροι με τον βαθμό του Πλοιάρχου υπέβαλλαν έντονες διαμαρτυρίες για την δεύτερη αυτή αδικία.  Ο ίδιος ο νέος Αρχηγός του Στόλου και ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου με αναφορά τους εισηγήθηκαν για την αποκατάσταση της τάξης να προαχθώ και εγώ και να αποκατασταθώ στην αρχαιότητά μου. Ο νέος Υπουργός των Ναυτικών Σοφοκλής Βενιζέλος με κάλεσε και μου γνώρισε ότι η προαγωγή έγινε εν αγνοία του και πριν αναλάβει τα καθήκοντά του. Μου δήλωσε ότι θα αποκαθιστούσε την αδικία.

Πράγματι, μετά από δυο βδομάδες μου ανακοινώθηκε η προαγωγή μου σε Υποναύαρχο αναδρομικά από την ημέρα προαγωγής του νεωτέρου μου. Με τον τρόπο αυτό ανακτούσα την αρχαιότητά μου. Μου είχε ήδη απονεμηθεί ο Πολεμικός Σταυρός για την επιτυχή πολεμική μου υπηρεσία στη Ελλάδα και τον τραυματισμό μου κατά την καταβύθιση της «ΥΔΡΑΣ» από τον εχθρό. Η προαγωγή  δεν έλυνε το ζήτημα ανάληψης μάχιμης υπηρεσίας καθώς ορίστηκα απλά μέλος του Ανωτέρου Ναυτικού Συμβουλίου που ανασυστάθηκε. Ο Υπουργός επιθυμούσε να ανασυστήσει το Γενικό Επιτελείο Ναυτικού και να με θέσει επικεφαλής του, παρεμποδίζονταν όμως να πραγματοποιήσει το σχέδιό του. Τελικά μου πρότεινε να αναλάβω τα καθήκοντα του Ναυτικού Ακολούθου Λονδίνου. Αρνήθηκα έντονα, παρά τις συνεχείς πιέσεις, να αναλάβω τη θέση αυτή. Εκτός των άλλων, έβρισκα κωμικό το μικρό Ελληνικό Ναυτικό να έχει Ναύαρχο για Ναυτικό Ακόλουθο.


Η πολεμική δραστηριότητα των πλοίων
 

Παρά την αναταραχή που προκάλεσαν οι διοικητικές μεταβολές, τα μαχόμενα πλοία συνέχισαν απρόσκοπτα τις αποστολές τους. Οι αξιωματικοί που υπηρετούσαν σε αυτά ήταν αφοσιωμένοι στο καθήκον τους, βρίσκονταν σε συνεχή κίνηση και δεν είχαν ούτε  χρόνο ούτε διάθεση για πολιτικολογίες. Η προσπάθεια που έγινε όμως για την ανατροπή της προηγούμενης κατάστασης και η έκδοση παράνομων εφημερίδων που δυσφημούσαν πολλά από τα ανώτερα στελέχη δεν μπορούσαν να αφήσουν αδιάφορο το κατώτερο προσωπικό. Θεωρήθηκε ότι η  ικανοποίηση των αιτημάτων των ταραξιών θα αποκαθιστούσε τη τάξη στις Ταξιαρχίες. Αντίθετα, άνοιγε ο δρόμος στην αναρχία και ετοιμάζονταν ο Απρίλιος του 1944. Σύντομα εμφανίστηκαν τα πρώτα αντιπειθαρχικά κρούσματα και στον Στόλο. Σοβαρή μορφή πήραν τα συμβάντα στο α/τ «ΙΕΡΑΞ». Τα δραστικά μέτρα που λήφθηκαν τότε αποκατέστησαν προσωρινά τη τάξη.
Η συμμετοχή του Ναυτικού στην απόβαση της Σικελίας
Τον Ιούλιο το 1943 τα πλοία του Ελληνικού Στόλου έλαβαν ενεργό μέρος στην απόβαση στη Σικελία. Μετά από αίτησή μου ο Υπουργός μου έδωσε την άδεια να επιβιβασθώ στο πρώτο αντιτορπιλικό που απέπλεε για τη Σικελία. Επιβιβάστηκα στο α/τ «ΚΑΝΑΡΗΣ» σαν απλός επιβάτης, σαν πολεμικός ανταποκριτής όπως έλεγα. Μου δόθηκε έτσι η ευκαιρία να γνωρίσω με κάθε λεπτομέρεια τις νέες αυτές κατασκευές  του Βρετανικού Ναυαρχείου, τα αντιτορπιλικά τύπου Hunt. Ήταν ένας τύπος συνοδού ιδιαίτερα επιτυχής που ανέπτυσσε ικανοποιητική ταχύτητα και διέθετε τον πιο σύγχρονο αντιαεροπορικό και ανθυποβρυχιακό εξοπλισμό, συμπεριλαμβανομένων και των αγνώστων μέχρι τότε σε μας ραντάρ. Τέσσερα αντιτορπιλικά του ίδιου τύπου τα α/τ «ΑΔΡΙΑΣ», «ΚΑΝΑΡΗΣ», «ΜΙΑΟΥΛΗΣ» και «ΠΙΝΔΟΣ» λάμβαναν μέρος στις επιχειρήσεις της Σικελίας.

Το α/τ «ΚΑΝΑΡΗΣ» με Κυβερνήτη τον Πλωτάρχη Δαμηλάτη είχε λάβει μέρος στο πρώτο κύμα της απόβασης και του δόθηκε η ευκαιρία να αναπτύξει λαμπρή δράση. Προς μεγάλη τιμή του Ναυτικού μας, ήταν το πρώτο Συμμαχικό πλοίο που μπήκε στο λιμάνι της Αυγούστας πριν την κατάληψη της πόλης και είχε δεχτεί τα πυρά της παράκτιας άμυνας. Το α/τ «ΚΑΝΑΡΗΣ» για δυο περίπου βδομάδες βρισκόταν συνεχώς εν πλω. Οι ημέρες αυτές ήταν για μένα οι μόνες ωραίες από την άφιξή μου στη Μέση Ανατολή. Από τη πρώτη στιγμή διαπίστωσα πόσο διαφορετικές ήταν οι συνθήκες από τον πόλεμο που γνωρίσαμε στην Ελλάδα, ιδιαίτερα τη περίοδο της Γερμανικής επίθεσης. Για να αμυνθούν από τα εχθρικά υποβρύχια, τα συνοδά των νηοπομπών δεν βασίζονταν πια στους ελιγμούς και στη τύχη, αλλά στα τέλεια όργανα εντοπισμού με τα οποία είχαν εφοδιαστεί. Αποβιβάσαμε στρατεύματα και υλικό στις Συρακούσες και στην Αυγούστα. Τα μέχρι πριν από λίγες μέρες εχθρικά λιμάνια ήταν πια συμμαχικές βάσεις. Αδιάφορος ο Σικελικός πληθυσμός παρακολουθούσε τις κινήσεις μας. Τα σχεδόν ανέπαφα παράκτια πυροβολεία αποτελούσαν ζωντανή απόδειξη με πόση προθυμία αυτά παραδόθηκαν.

Στην Αυγούστα συναντήσαμε το α/τ «ΑΔΡΙΑΣ» με φανερά τα σημάδια από πρόσφατη συμπλοκή του με Γερμανικές τορπιλακάτους. Ο Κυβερνήτης του πλοίου αυτού Αντιπλοίαρχος Ι. Τούμπας με επιδέξιους χειρισμούς είχε πετύχει να βυθίσει τις δυο από τις τρεις τορπιλακάτους και να προκαλέσει σοβαρές ζημιές στη τρίτη. Τα πολυβόλα των τορπιλακάτων είχαν επανειλημμένα πλήξει το πλοίο χωρίς να προκαλέσουν σοβαρές ζημιές, υπήρχαν όμως αρκετοί τραυματίες. Στην επιστροφή μας προσεγγίσαμε στη Μάλτα, όπου πολλά βαριά Αγγλικά  σκάφη περίμεναν μάταια την έξοδο του Ιταλικού Στόλου. Εντύπωση μας προκάλεσαν οι καταστροφές που είχε υποστεί η μικρή νήσος από τους ατέλειωτους αεροπορικούς βομβαρδισμούς.


Προς νέα αποστολή
 

Πίσω στην Αλεξάνδρεια  με βαθιά και αμοιβαία λύπη αποχαιρέτησα τον Κυβερνήτη και το επιτελείο του  α/τ «ΚΑΝΑΡΗΣ».  Μόλις επέστρεψα στη βάση μας με κάλεσε ο Υπουργός των Ναυτικών και μου ανέπτυξε πάλι ότι ήταν απολύτως απαραίτητο να πάω στο Λονδίνο και να διαπραγματευτώ την παραχώρηση νέων πλοίων για αντικατάσταση των πεπαλαιωμένων που σύντομα θα καταδικάζονταν σαν άχρηστα. Μπρος το επιχείρημα αυτό αναγκάστηκα τελικά να δεχτώ την αποστολή μου στο Λονδίνο αναλαμβάνοντας μια έκτακτη, ειδική αποστολή που θα έληγε μόλις θα πετύχαινα το σκοπό της αποστολής μου και όχι, όπως αρχικά μου είχε προταθεί, σαν Ναυτικός Ακόλουθος ή Αρχηγός Ναυτικής Αποστολής.

Από τον κυβερνητικό ανασχηματισμό του Μαρτίου 1943, οι δυο ναύαρχοι που υπηρετούσαν στην Αίγυπτο είχαν διαταχθεί να μεταβούν στην Αμερική, ο  Υποναύαρχος Σακελλαρίου και στην Αγγλία ο Υποναύαρχος Καββαδίας. Ο πρώτος είχε αναχωρήσει, ο δεύτερος όμως είχε πάρει έγκριση να παραμείνει στο Κάιρο. Ο Ναύαρχος Καββαδίας μου διεμήνυσε ότι δεν έπρεπε να μεταβώ στην Αγγλία, όπως έκανε και εκείνος, γιατί σκοπός των διοικούντων ήταν να μας απομακρύνουν από την Αίγυπτο. Απάντησα ότι δεν έκρινα ορθό σε ώρα πολέμου να αρνούμαι τη προσφορά κάθε υπηρεσίας που μου ζητούν, εφόσον αυτή δεν είναι ασυμβίβαστη με τον βαθμό μου.

Στις 20 Αυγούστου 1943 αναχωρούσα αεροπορικώς από το Κάιρο για το Λονδίνο με βομβαρδιστικό αεροπλάνο της Βρετανικής Αεροπορίας.»

    Η αποστολή στο Λονδίνο του Υποναυάρχου Μεζεβίρη διάρκεσε πέντε μήνες και στέφθηκε με επιτυχία. Τα νέα πλοία που  παραχώρησε το Βρετανικό Ναυαρχείο και εκείνα που παραχώρησαν οι Αμερικανοί αντιστάθμισαν τις πολεμικές μας απώλειες και την αχρήστευση παλαιών πλοίων που παροπλίστηκαν.

«Στις 17 Ιανουαρίου 1944 βρισκόμουν πάλι στην Αίγυπτο. Οι πρώτες πληροφορίες που έπαιρνα στην Αλεξάνδρεια ήταν ιδιαίτερα ανησυχητικές. Στα πληρώματα επικρατούσε μια φαινομενική ηρεμία που, όπως αποδείχτηκε λίγο αργότερα, ήταν η νηνεμία που προηγείται της καταιγίδας. Οι αξιωματικοί που υπηρετούσαν στα πλοία και σήκωναν και το βάρος του αγώνα ήταν πολύ ανήσυχοι. Η Διοίκηση του Ναυτικού όμως, ήταν απόλυτα ικανοποιημένη από την κατάσταση και δεν συμμεριζόταν αυτούς τους φόβους.

Είναι πιθανό ορισμένα μέτρα που είχε πάρει η παλαιά Διοίκηση να ήταν υπερβολικά αυστηρά, ίσως και σκληρά, και γι αυτό πολλοί είχαν δυσαρεστηθεί. Αντίθετα, η νέα Διοίκηση θεώρησε ότι ικανοποιώντας τα πάσης φύσεως αιτήματα του προσωπικού θα σταματούσαν τα παράπονα των πληρωμάτων. Έγιναν αθρόες προαγωγές, αυξήθηκαν οι μισθοδοσίες, χορηγούνταν άφθονες άδειες και υπήρχε υπερβολική επιείκεια μέχρι και ασυδοσία στη τιμωρία των παραπτωμάτων. Ένας κυβερνήτης μου παραπονέθηκε ότι δεν είχε γίνει δεκτή πρότασή του να διωχθούν σαν λιποτάκτες άνδρες του πλοίου του που, με δική τους πρωτοβουλία, παρέμειναν στη ξηρά κατά την αναχώρηση του πλοίου του σε αποστολή. Οι άφθονες παροχές και η συνεχής ικανοποίηση των αξιώσεων των πληρωμάτων είχαν προκαλέσει διασάλευση της πειθαρχίας.

Ανάλογα είναι και τα μέτρα που πάρθηκαν για τους αξιωματικούς τα οποία ικανοποίησαν μεν εκείνους που ωφελήθηκαν από αυτά, δυσαρέστησαν όμως το μεγαλύτερο τμήμα του Σώματος των αξιωματικών. Κάτω από τις συνθήκες που λειτουργούσε το Ναυτικό και με τους περιορισμούς που είχαν επιβάλει οι Άγγλοι αναφορικά με τον βαθμό των κυβερνητών, οι αξιωματικοί από τον βαθμό του Αντιπλοιάρχου δεν μπορούσαν να υπηρετούν σε πλοία που εκτελούσαν πολεμικές αποστολές. Εξάλλου, οι υπάρχοντες στην Αίγυπτο Πλοίαρχοι και Αντιπλοίαρχοι επαρκούσαν και με το παραπάνω για να καλύψουν τις περιορισμένες ανάγκες των υπολοίπων υπηρεσιών. Η προαγωγή αξιωματικών στο βαθμό του Πλοιάρχου ισοδυναμούσε ουσιαστικά με αχρήστευσή τους και χρειάζονταν εφευρετικότητα για να βρεθείμια μικρής σημασίας θέση για να χρησιμοποιηθούν. Στις σπάνιες περιπτώσεις που συνεδρίαζε το Ανώτερο Ναυτικό Συμβούλιο, όταν βρισκόμουν ακόμη στην Αλεξάνδρεια,  διαφωνούσα σε κάθε πρόταση αύξησης των θέσεων και τελικά αυτές αποσύρονταν. Κατά την απουσία μου όμως στην Αγγλία απονεμήθηκαν βαθμοί ασυλλόγιστα.

Από την κυβερνητική αλλαγή του Μαρτίου του 1943, ήρθαν στη Μέση Ανατολή και άλλοι απότακτοι του 1935. Όλοι αυτοί μονιμοποιήθηκαν, αποκαταστάθηκαν στην αρχαιότητά τους και αρκετοί πήραν δυο βαθμούς επιπλέον από αυτόν που είχαν όταν αποστρατεύτηκαν. Αυτή η πρακτική των προαγωγών δεν εξυπηρετούσε ούτε και το καλώς εννοούμενο συμφέρον των ίδιων. Με μικρότερο βαθμό θα τοποθετούνταν σε θέσεις πολύ πιο ουσιαστικές και μάλιστα στα πλοία όπου θα είχαν την ευκαιρία να διακριθούν, όπως συνέβη με μερικούς από αυτούς. Ακόμα, για να μην διαμαρτύρονται οι μόνιμοι αξιωματικοί, οι απότακτοι που μονιμοποιούνταν ως υπεράριθμοι.  Σύντομα δημιουργήθηκαν υπεράριθμοι Πλοίαρχοι που έφθασαν τους δώδεκα επί οργανικού αριθμού μόνο είκοσι τριών!

Πιστεύοντας ότι θα μπορούσα να βοηθήσω στην αντιμετώπιση της κρίσιμης κατάστασης που είχε δημιουργηθεί, υπέβαλα και πάλι στον Υπουργό των Ναυτικών την παλιά πρόταση για επανίδρυση του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού. Άλλωστε, λειτουργούσαν ήδη Επιτελικά Γραφεία με περιορισμένη δικαιοδοσία υπό τον Πλοίαρχο Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου. Ο Υπουργός που συμφωνούσε καταρχήν με την γνώμη μου ήθελε να έχει τη σύμφωνη γνώμη του Ανώτερου Ναυτικού Συμβουλίου. Δυστυχώς όλα τα υπόλοιπα μέλη του Συμβουλίου υποστήριξαν ότι η κατάσταση στον Στόλο ήταν λαμπρή  και δεν υπήρχε λόγος να δημιουργηθούν νέοι θεσμοί που πιθανόν να δημιουργούσαν προβλήματα στα καλώς έχοντα. Ένα μάλιστα μέλος δήλωσε χαρακτηριστικά ότι «δεν υπάρχει χώρος στην Αλεξάνδρεια για Ναύαρχο αρχαιότερο του Αρχηγού του Στόλου». Μετά την εξέλιξη αυτή διέκοψα κάθε άλλη προσπάθεια συμμετοχής μου στη Διοίκηση του Ναυτικού, έπαυσα να προσέρχομαι στο Υπουργείο και παρέμενα άνεργος. Η μόνη ενημέρωση που είχα για τις εξελίξεις ήταν μόνο από αξιωματικούς που είχαν υπηρετήσει στο παρελθόν υπό τις διαταγές μου.»

=================================

Στις 20 Αυγούστου 1943 ο Υποναύαρχος Μεζεβίρης αναχωρούσε αεροπορικώς από το Κάιρο για το Λονδίνο με βομβαρδιστικό αεροπλάνο της Βρετανικής Αεροπορίας. Σκοπός της αποστολής που του είχε αναθέσει η Ελληνική Κυβέρνηση δια του Υπουργού των Ναυτικών ήταν η διαπραγμάτευση με το Βρετανικό Ναυαρχείο για την παραχώρηση νέων πλοίων προς αντικατάσταση των πεπαλαιωμένων που σύντομα θα καταδικάζονταν ως άχρηστα

Ο Γρηγόριος Μεζεβίρης διηγείται:

«Στην Αγγλία πήγα με βομβαρδιστικό αεροπλάνο της Βρετανικής Αεροπορίας. Λόγω των Γερμανικών καταδιωκτικών που περιπολούσαν έξω από τις Γαλλικές ακτές, οι πτήσεις των αεροπλάνων που εκτελούσαν συγκοινωνίες γίνονταν μόνο τις νυχτερινές ώρες και στο ενδιάμεσο διημέρευαν στο Γιβραλτάρ.Όταν στο αεροδρόμιο του Καΐρου βρέθηκα ανάμεσα σε αξιωματικούς της R.A.F., του ηρωικού και ευγενικού αυτού σώματος, αισθάνθηκα για πρώτη φορά ότι είχα αποκτήσει τις επωμίδες του Γενικού αξιωματικού. Αλησμόνητες θα μου μείνουν οι λίγες ώρες που πέρασα κοντά στον Ναύαρχο του Γιβραλτάρ στον οποίο, όπως και σε όλους τους Άγγλους, εξαιρετική εντύπωση έκανε το γεγονός της διαφυγής μου από την Ελλάδα στην Αίγυπτο.

Η πολεμική Αγγλία

Είχα επανειλημμένα επισκεφθεί την Αγγλία κατά την ειρηνική περίοδο, με ενδιέφερε όμως να σχηματίσω προσωπική αντίληψη για την πολεμική Αγγλία και τον τρόπο που ρύθμιζαν τη ζωή κατά την περίοδο αυτή. Δεν άργησα να καταλήξω στο συμπέρασμα ότι τα πάντα είχαν ρυθμιστεί κατά τρόπο που ατάραχα να αντιμετωπίζεται, όσο και αν διαρκούσε ο πόλεμος. Συστηματική εργασία, βαθιά συναίσθηση της σοβαρότητας των στιγμών και απόλυτη ψυχραιμία ήταν τα βασικά στοιχεία της όλης οργάνωσης. Κάθε πολίτης, ανεξάρτητα φύλλου και ηλικίας, θεωρούσε υποχρέωσή του να προσφέρει τις έστω μικρές ή και ασήμαντες υπηρεσίες του. Υπήρχε πάντοτε δυνατότητα προσφοράς για άνδρες και γυναίκες στην εθνοφρουρά, στη παθητική αεράμυνα, στις βοηθητικές υπηρεσίες και στην πολεμική βιομηχανία. Γυναίκες χειρίζονταν τα α/α πυροβόλα που ήταν εγκατεστημένα σtο Hyde Park. Υπερήλικες απόστρατοι στρατηγοί και ναύαρχοι του προηγούμενου πολέμου, ανταγωνίζονταν για να αναλάβουν οποιανδήποτε υπηρεσία, δεχόμενοι να υπηρετήσουν με δυο ,τρεις ή και περισσότερους βαθμούς χαμηλότερα από το βαθμό που είχαν εν ενεργεία.

Οι ποσότητες τροφίμων που χορηγούνταν με δελτία είχαν περιορισθεί στο απολύτως απαραίτητο και ίσως στον Αγγλικό λαό, που είναι τόσο των συνηθειών, να δίνονταν η εντύπωση ότι υπέφερε από στερήσεις. Στην Πατρίδα μας όμως, πολλοί θα ήταν ευτυχείς αν στις καλές ειρηνικές περιόδους τους παρέχονταν το είδος αυτό και η ποσότητα της τροφής σε τόσο χαμηλές τιμές. Αν και το ντύσιμο των πολιτών δεν είχε καμιά σχέση με το προπολεμικό, το σύστημα διανομής ιματισμού με δελτία εξασφάλιζε σε όλους την ανανέωση των ρούχων που είχαν φθαρεί σε τιμές ελάχιστα μεγαλύτερες από τις προπολεμικές. Οι Άγγλοι θεωρούσαν ζήτημα συνείδησης να περιορίζονται στα είδη που νόμιμα μπορούσαν να προμηθευτούν με δελτία και δεν εφοδιάζονταν στη μαύρη αγορά. Ελάχιστοι διέθεταν ιδιωτικά αυτοκίνητα, τα αγοραία είχαν περιορισθεί σημαντικά και η χρησιμοποίηση των υπηρεσιακών γίνονταν με φειδώ. Τα μέσα συγκοινωνία όμως λειτουργούσαν κατά τρόπο που εξασφάλιζαν απόλυτα τις ανάγκες του πληθυσμού. Συγχρόνως, δεν παραμελούνταν και  η διασκέδαση στρατιωτικών και πολιτών. Οι κινηματογράφοι, τα θέατρα και τα κέντρα διασκέδασης ήταν πολλά και υπερπλήρη, αν και η ποιότητα των θεαμάτων ήταν χειρότερη της προπολεμικής.

Οι Άγγλοι, με τον έμφυτο χαρακτήρα τους και τη τόσο συστηματική οργάνωση της ζωής τους μπόρεσαν μετά από τέσσερα χρόνια εντατικής πολεμικής ζωής να παραμείνουν κύριοι των νεύρων τους. Παρακολουθούσαν με αμέριστο ενδιαφέρον τα πολεμικά ανακοινωθέντα και όλοι εμπιστεύονταν τα στιβαρά χέρια που διεύθυναν τις τύχες της Αυτοκρατορίας. Η θρυλική ευγένεια των κατοίκων του Λονδίνου είχε παραμείνει αμείωτη μέσα στα ερείπια των τρομακτικών βομβαρδισμών των πρώτων ετών του πολέμου.

Πόσο διαφορετική ατμόσφαιρα από εκείνη που άφησα στην Αλεξάνδρεια! Εκεί το προσωπικό του Ναυτικού ζούσε μέσα στις δηλητηριώδεις αναθυμιάσεις της πολιτικής και αποκτούσε συνήθειες χλιδής που θα ήταν αδύνατο να έχει μετά την επιστροφή στην Ελλάδα. Είμαι βέβαιος ότι ο χρόνος παραμονής στην Αγγλία όσων αποστέλλονταν από τη Μέση Ανατολή για εκπαίδευση ή παραλαβή πλοίων , θα αποτελούσε πραγματική περίοδο αναγέννησης.

Κατά το μεγαλύτερο διάστημα της πεντάμηνης παραμονής μου στην Αγγλία, σχεδόν καθημερινά, είχαμε νυχτερινές αεροπορικές επιδρομές. Ήταν όμως άτονες επιθέσεις που δεν είχαν καμιά σχέση με εκείνες των πρώτων ετών του Πολέμου. Διενεργούνταν από μικρό αριθμό αεροσκαφών από τα οποία ελάχιστα κατάφερναν να περάσουν το αντιαεροπορικό φραγμό και να βομβαρδίσουν τη κεντρική ζώνη του Λονδίνου. Τα υπόλοιπα, επειδή αντιμετώπιζαν ένα απίστευτα πυκνό φράγμα πυρός και δικτύου προβολέων, έριχναν γρήγορα όπως-όπως τις βόμβες τους και έσπευδαν να γυρίσουν στις βάσεις τους. Όμως κάθε επιδρομή προξενούσε πάντοτε κάποιο αριθμό θυμάτων και καταστροφές. Οι κάτοικοι συνηθισμένοι από τις παλιές επιδρομές, όταν και τα αντιαεροπορικά μέσα ήταν υποτυπώδη, έδειχναν τέλεια αδιαφορία για τις ασθενικές αυτές επιθέσεις. Κανείς δεν κατέβαινε πια στα καταφύγια, η κυκλοφορία στους δρόμους συνεχίζονταν και τα δημόσια θεάματα και κέντρα εξακολουθούσαν να λειτουργούν. Το τίμημα όμως αυτής της στάσης ήταν καμιά φορά ακριβό… Σε μια περίπτωση μια βόμβα σε δημόσια αίθουσα χορού προκάλεσε 180 θύματα.


Η αποστολή στο Βρετανικό Ναυαρχείο
 

Η αποστολή μου στο Βρετανικό Ναυαρχείο έγινε με άριστες συνθήκες. Αποφεύγοντας υπερβολικές αξιώσεις, που μόνο εκνευρισμό προκαλούν, υπέβαλα αιτήματα που μπορούσαν να υποστηριχθούν με επιχειρήματα που στηρίζονταν στη λογική. Με γλώσσα σαφή και ειλικρινή μου παρουσιάστηκαν οι απόψεις του Ναυαρχείου και μου δόθηκαν ορισμένες υποσχέσεις που ελάχιστα απείχαν από εκείνα που ζήτησα και που τηρήθηκαν κατά γράμμα.  Ότι πετύχαμε δεν ήταν βέβαια αποτέλεσμα της προσωπικής μου προσπάθειας αλλά των θυσιών και του κοπιαστικού έργου τριών ετών όλων εκείνων που επέβαιναν στα πολεμικά μας πλοία. Προσωπικά, απλώς μετέφερα τα δίκαια του Ναυτικού μας στο Ναυαρχείο. Στην επιτυχία των ενεργειών μου συνέβαλε πολύ και η σειρά των ανδραγαθημάτων των πλοίων την εποχή αυτή με το φυσικό δυστυχώς επακόλουθο σοβαρών απωλειών σε έμψυχο και άψυχο υλικό.
Τα ανδραγαθήματα του Ναυτικού μας
Επί κεφαλής των πλοίων αυτών ήταν το αντιτορπιλικό «ΒΑΣ. ΟΛΓΑ» με Κυβερνήτη τον Πλωτάρχη Γ.Μπλέσα.  Είχε ενταχθεί στον Βρετανικό Στόλο της Μεσογείου, συμμετείχε ενεργά στις επιχειρήσεις και είχε δει επανειλημμένα να αναφέρεται επαινετικά όνομά του στα πολεμικά ανακοινωθέντα. Βρήκε ένδοξο τέλος στις 26 Σεπτεμβρίου 1943 κατά τις ατυχείς επιχειρήσεις της Δωδεκανήσου που ακολούθησαν την πτώση της Ιταλίας. Μαζί με το πλοίο χάθηκαν ο ηρωικός Κυβερνήτης, ο Ύπαρχος Γρηγορόπουλος, 5 άλλοι αξιωματικοί και 65 άνδρες του πληρώματος.

Λίγες ημέρες νωρίτερα στις 14 Σεπτεμβρίου 1943 και μετά από λαμπρή δράση το υποβρύχιο  «ΚΑΤΣΩΝΗΣ» κατά την εκτέλεση περιπολίας στο Βόρειο Αιγαίο δέχτηκε  επίθεση με βόμβες βυθού από Γερμανική κορβέτα. Έπαθε πολύ σοβαρές ζημιές αλλά συνέχισε τον αγώνα με το πυροβόλο του, μέχρι την τελική του καταβύθιση. Μαζί με το πλοίο χάθηκαν ο ηρωικός του Κυβερνήτης, Αντιπλοίαρχος Β. Λάσκος και 31 αξιωματικοί, υπαξιωματικοί και ναύτες. Από τους 15 που διασώθηκαν, ο Ύπαρχος Υποπλοίαρχος Τσουκαλάς και 2 υπαξιωματικοί κατάφεραν να διαφύγουν την αιχμαλωσία, να βγουν κολυμπώντας στη στεριά και μετά από μύριες περιπέτειες να φθάσουν στην Μέση Ανατολή.

Τη σειρά αυτή των ανδραγαθημάτων επισφράγισε η μεγάλη περιπέτεια του αντιτορπιλικού «ΑΔΡΙΑΣ» με Κυβερνήτη τον Αντιπλοίαρχο Ι. Τούμπα. Στις 22 Οκτωβρίου 1943, το α/τ «ΑΔΡΙΑΣ» κατά την εκτέλεση αποστολής σε περιοχή της Δωδεκανήσου προσέκρουσε σε νάρκη με αποτέλεσμα να αποκοπεί η πλώρη, να πάθει σημαντικές ζημιές το υπόλοιπο σκάφος, να φονευθούν 21 άνδρες του πληρώματος και να τραυματιστούν 24, μεταξύ των οποίων ο Κυβερνήτης και 3 αξιωματικοί. Παρά τη κατάσταση στην οποία είχε βρεθεί το πλοίο, μπόρεσε να πλεύσει με ίδια μέσα και να προσαράξει στη Τουρκική ακτή. Στη συνέχεια, μετά από πρόχειρες επισκευές κάτω από εξαιρετικά δυσχερείς συνθήκες, το «ΑΔΡΙΑΣ» με ίδια μέσα συνέχισε το ταξίδι και έφθασε στην Αλεξάνδρεια. Το Βρετανικό Ναυαρχείο μου ανέθεσε να διαβιβάσω τα θερμά του συγχαρητήρια.

Το Βρετανικό Ναυαρχείο παραχωρεί 8 πλοία

Οπλισμένος με νέα επιχειρήματα που έδιναν τα ανδραγαθήματα των πλοίων μας, πέτυχα μέσα σε 4 μήνες από την άφιξή μου στην Αγγλία την παραχώρηση 8 πλοίων. Δυο αντιτορπιλικά Στόλου, το «ΝΑΥΑΡΙΝΟΝ»  και το «ΣΑΛΑΜΙΣ», τρία αντιτορπιλικά συνοδείας τύπου 'Hunt', το «ΚΡΗΤΗ», το «ΑΙΓΑΙΟ» και το «ΑΣΤΙΓΞ» και τρεις κορβέτες, το «ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ», το «ΤΟΜΠΑΖΗΣ» και το «ΚΡΙΕΖΗΣ». Τα πλοία αυτά προστέθηκαν σε αυτά που οι Βρετανοί είχαν παραχωρήσει προηγουμένως καθώς και στα 4 αρματαγωγά, το μικρό πλοίο συνοδείας «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ» και στα ναρκαλιευτικά που είχαν παραχωρήσει οι Αμερικανοί. Με τα πλοία αυτά αντισταθμίζονταν οι πολεμικές μας απώλειες σε πλοία επιφανείας και η αχρήστευση από την εντατική χρησιμοποίηση των υπολοίπων παλιών πλοίων μας. Άλλωστε χρειάστηκε να παροπλισθούν τα παλιά για να επανδρωθούν οι νέες μονάδες.

Μόνο τον προπολεμικό αριθμό υποβρυχίων δεν μπορέσαμε να συμπληρώσουμε, διότι οι ναυπηγήσεις δεν επαρκούσαν ούτε και για τις ανάγκες του Βρετανικού Ναυτικού. Το Βρετανικό Ναυαρχείο μου έθεσε όμως το ερώτημα αν, σε περίπτωση παραχωρήσεως νέων υποβρυχίων, θα είμαστε διατεθειμένοι να τα στείλουμε στον Ειρηνικό για τον πόλεμο με την Ιαπωνία, εφόσον μας το ζητούσαν. Μετά από τηλεγραφική συνεννόηση με το Υπουργείο μας των Ναυτικών, έσπευσα να απαντήσω ότι τα υποβρύχιά μας θα ήταν διαθέσιμα να χρησιμοποιηθούν οπουδήποτε το Βρετανικό Ναυαρχείο έκρινε ότι η παρουσία τους θα ήταν χρήσιμη. Από τα 6 παλιά υποβρύχια είχαν πια μείνει μόνο 2, το «ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ» και το «ΝΗΡΕΥΣ». Τα υπόλοιπα είχαν βρει ένδοξο τέλος, 1 κατά τον πόλεμο στην Ελλάδα και 3 κατά τη συνέχιση του πολέμου στη Μέση Ανατολή. Μας είχαν δε παραχωρηθεί ένα τέως Ιταλικό το «ΜΑΤΡΟΖΟΣ» που είχε ανάγκη μακρόχρονης επισκευής και ένα νεότευκτο το «ΠΙΠΙΝΟΣ». Κατά την ύψωση της σημαίας στο Υ/Β «ΠΙΠΙΝΟΣ», παρέστην ως ανάδοχος εκπροσωπώντας τον Βασιλιά και λόγω αυτής της ιδιότητας μου απονεμήθηκαν από τις Βρετανικές Αρχές εξαιρετικές τιμές.

Παραβρέθηκα ακόμα στο Λίβερπουλ στη τελετή ύψωσης της σημαίας στις κορβέτες «ΤΟΜΠΑΖΗΣ» και «ΚΡΙΕΖΗΣ». Προσφωνώντας τον Βρετανό Ναύαρχο, αφού τον ευχαρίστησα για την παραχώρηση των πλοίων, προσέθεσα: «Λαμβάνοντας τα πλοία στην κατοχή μας, δεν ξεχνούμε ότι πριν από λίγο μάχονταν με την Αγγλική σημαία. Τούτο σημαίνει πολλά: μακρά ιστορία δια μέσου των αιώνων, παραδόσεων και ηρωικών κατορθωμάτων. Αντιλαμβανόμαστε τις ευθύνες μας. Τολμώ όμως να πω ότι το Ελληνικό Ναυτικό απέδειξε μέχρι τώρα ότι είναι άξιο της εμπιστοσύνης της Μεγάλης Συμμάχου του και είμαι βέβαιος ότι τούτο θα συμβεί και στην περίπτωση του ‘ΤΟΜΠΑΖΗ’ και του ‘ΚΡΙΕΖΗΣ’». Ο Βρετανός Ναύαρχος ανταπάντησε με μια ενθουσιώδη προσλαλιά, πολύ τιμητική για το Ναυτικό μας. Στη συνέχεια απευθύνθηκα στα πληρώματα των δυο πλοίων και επειδή για πρώτη φορά τα πολεμικά μας επρόκειτο να χρησιμοποιηθούν για συνοδείες στον Ατλαντικό (στη γραμμή Αγγλίας – Καναδά), μεταξύ άλλων τους είπα: «Αν απαιτηθεί να διασχίσετε θάλασσες και ωκεανούς, μη ξεχνάτε ότι ο πόλεμος είναι ενιαίος και ο σκοπός ένας: η εκμηδένιση του κατακτητή που μολύνει τα άγια Ελληνικά χώματα. Οπουδήποτε και αν βρεθείτε θα γνωρίζετε ότι η τελική σας πορεία θα είναι πάντοτε μια, εκείνη που θα σας οδηγήσει στα ήρεμα νερά των Ελληνικών λιμανιών που από σας περιμένουν το φως της ελευθερίας. Είναι πιθανό κατά τη διάρκεια αυτού του αγώνα να υπάρξουν στιγμές που οι ψυχή σας θα νοσταλγήσει τον αίθριο Ελληνικό ουρανό. Αν ποτέ σας συμβεί αυτό, ατενίσατε την κυανόλευκη που με υπερηφάνεια κυματίζει στους ιστούς των πλοίων σας και από αυτήν θα αντλήσετε τη δύναμη για να υπερνικήσετε την μελαγχολία σας. Αυτή θα σας υπενθυμίσει ότι αγωνίζεστε για να υψωθεί και πάλι το ταχύτερο στον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης και να μην υποσταλεί ποτέ πια.»

Με ιδιαίτερη ευχαρίστηση είδα να παρίσταται στην τελετή ως Κυβερνήτης της μιας κορβέτας και τον Πλωτάρχη Παναγιωτόπουλο που με είχε συνοδεύσει, ως Υποπλοίαρχος, στη διαφυγή μου στην Αίγυπτο.
      
Ενώ η αποστολή μου έφθανε σε αίσιο τέλος μια άστοχη ενέργεια του Υπουργείου μας των Εξωτερικών, που έγινε με εισήγηση των Ναυτικών Αρχών στην Αλεξάνδρεια, έθεσε σε κίνδυνο όλο το ζήτημα. Μέσω της Ελληνικής Πρεσβείας στο Λονδίνο ζητήθηκε από το Ναυαρχείο, επί πλέον από τα πλοία που ζήτησα εγώ, η άμεση παραχώρηση σημαντικού αριθμού εύδρομων, αντιτορπιλικών και υποβρυχίων του Ιταλικού Ναυτικού που είχε παραδοθεί. Ήταν μια εξωφρενική απαίτηση διότι το Βρετανικό Ναυαρχείο είχε ρητά δηλώσει ότι δεν μπορούσε, ενώ διαρκούσε ο πόλεμος, να ασχολείται με την μεταπολεμική σύνθεση του Ναυτικού μας και του παραχωρούσε μόνο όσα πλοία μπορούσαμε να επανδρώσουμε για άμεση χρησιμοποίηση. Η αίτηση της Πρεσβείας μας, όπως ήταν φυσικό, ρίχτηκε στο καλάθι των αχρήστων και συγχρόνως είδα να αναστέλλεται η αναμενόμενη έγγραφη απάντηση στη δική μου αίτηση. Όταν προσπάθησα να εξακριβώσω τους λόγους της καθυστέρησης, πήρα την απάντηση: «Επιτέλους, τι θέλετε; τον Ιταλικό Στόλο που ζήτησε ο Αρχηγός του Στόλου σας, ή τα Αγγλικά πλοία που ζητάτε εσείς εδώ;». Αμέσως απάντησα, με δική μου τελείως πρωτοβουλία, ότι τα μεν Αγγλικά πλοία ζητούσαμε για άμεση χρησιμοποίηση για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε τον αγώνα ενώ η παραχώρηση Ιταλικών πλοίων δεν αφορούσε το παρόν αλλά αποτελούσε ένα είδος έγγραφης υποθήκης για το μέλλον. Η απάντηση αυτή κρίθηκε ικανοποιητική και περί τα μέσα Δεκεμβρίου του 1943 πήρα μια πολύ ευνοϊκή απάντηση του Ναυαρχείου που έθετε τέρμα στην αποστολή μου.

Κατά τη διάρκεια της παραμονής μου στην Αγγλία, μετά από παράκληση του Βρετανικού Ναυαρχείου, έδωσα διάλεξη στο Υπουργείο Πληροφοριών στους αντιπροσώπους του Τύπου σχετικά με τη δράση του Στόλου μας , ιδιαίτερα κατά την περίοδο του πολέμου στην Ελλάδα. Μου ζητήθηκε επίσης να δώσω ανάλογη διάλεξη στη Victory League.

Σημαντικό τμήμα της ομιλίας μου αυτής αφιέρωσα στη κατάσταση που επικρατούσε στην υπόδουλη Ελλάδα. Ο Ναύαρχος James μετά το τέλος της διάλεξης είπε: «Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Αγγλία σύναψε μεγάλο χρέος με την Ελλάδα. Εμείς όμως οι Βρετανοί συνηθίζουμε να πληρώνουμε τα χρέη μας». Είναι λυπηρό ότι η επίσημη πολιτική της Μεγάλης Βρετανίας μεταπολεμικά διέψευσε τα λόγια αυτά του Ναυάρχου.

=================================

 Ο Γρηγόριος Μεζεβίρης διηγείται:

«Το βράδυ τις 4ης Απριλίου μάθαινα ότι σοβαρά γεγονότα συνέβαιναν στιςστρατιωτικές υπηρεσίες του Καΐρου και στις Ταξιαρχίες και ότι στασιαστικά κρούσματα άρχισαν να εκδηλώνονται στον Στόλο. Έτρεξα τότε στο Υπουργείο όπου πληροφορήθηκα γεγονότα πρωτοφανή για το Ναυτικό μας που και η πιο νοσηρή φαντασία δεν θα μπορούσε να συλλάβει. Στα πλοία και στις ναυτικές υπηρεσίες είχαν συσταθεί Επιτροπάτα ναυτών που περιέφεραν για υπογραφή στα επιτελεία και στα πληρώματα πρωτόκολλα που ζητούσαν τον ανασχηματισμό της Κυβέρνησης του Καΐρου και τη συμμετοχή σε αυτήν της Επαναστατικής Επιτροπής του Ε.Α.Μ. από την Ελλάδα. Καμιά αντίδραση κατά της στασιαστικής αυτής ενέργειας δεν είχε εκδηλωθεί από τη Διοίκηση. Με τη πίεση των Επιτροπάτων, όλα τα πληρώματα υπέγραψαν τα πρωτόκολλα. Από τους αξιωματικούς ορισμένοι υπέγραψαν, όσοι όμως αρνήθηκαν τέθηκαν σε περιορισμό από τα πληρώματά τους.

Ο Αρχηγός του Στόλου, όταν εμφανίστηκαν τα κρούσματα αυτά, κάλεσε σε σύσκεψη τους Διοικητές και τους Κυβερνήτες οι οποίοι δήλωσαν ότι η κατάσταση είχε ξεφύγει από τα χέρια τους. Θεώρησε τότε  σκόπιμο να εμφανισθεί ως τιθέμενος επικεφαλής της κινήσεως για να μην διακοπεί η εκτέλεση των αποστολών των πλοίων. Για τον σκοπό αυτό ο Αρχηγός του Στόλου Υποναύαρχος Αλεξανδρής εξέδωσε την ακόλουθη διαταγή:

    “Κατόπιν της αναγγελίας του σχηματισμού εν Ελλάδι επιτροπής εκπροσωπούσης μαχητικάς οργανώσεις αντιστάσεως κατά του κατακτητού, διεπίστωσα ευχαρίστως ομόφωνον την επιθυμίαν ολοκλήρου του Ναυτικού μας, από του διοικητού και των κυβερνητών μέχρι του τελευταίου ναύτου, όπως η ενταύθα Κυβέρνησις προέλθη το ταχύτερον εις αποτελεσματικήν συνεργασίαν μετά της ως άνω επιτροπής, με σκοπόν την από κοινού συνέχισιν του αγώνος προς απελευθέρωσιν του πατρίου εδάφους. Την γενικήν αυτήν επιθυμίαν διεβίβασα σήμερον επισήμως προς την Κυβέρνησιν. Επειδή μοι εδόθη η διαβεβαίωσις, ότι θα ληφθώσιν αμέσως πάντα τα επιβαλλόμενα μέτρα δια την επίτευξην σχηματισμού Κυβερνήσεως πανελληνίου χαρακτήρος, πιστεύω ότι η προσπάθεια αύτη ταχέως θα καταλήξει εις την εκπλήρωσιν της ομοφώνου επιθυμίας του Ναυτικού, η οποία άλλως τε είναι επιθυμία ολοκλήρου του Έθνους. Κατόπιν των ανωτέρω καλώ πάντας , όπως συνεχίσωμεν ηνωμένοι και απερίσπαστοι το ωραίον έργον, το οποίον το Ναυτικόν μας  επιτελεί επί τρία και πλέον έτη, δια να έχωμεν συντόμως την υπερτάτην ικανοποίησιν να φέρωμεν με τα πλοία την ελευθερίαν εις την Πατρίδα.”

Στη συνέχεια, με γενικό σήμα, ανακοινώθηκε ότι στάλθηκαν στο Κάιρο τέσσερις ανώτεροι αξιωματικοί για να μεταβιβάσουν υπεύθυνα τις απόψεις του Στόλου και να συνεργαστούν για την πραγματοποίησή τους.

Το μόνο που έχω να παρατηρήσω για τα πιο πάνω είναι ότι δεν είναι αλήθεια ότι εκπροσωπούσαν την ομόθυμη επιθυμία ολόκληρου του Ναυτικού. Οι περισσότεροι αξιωματικοί διαφωνούσαν ριζικά και το απέδειξαν όταν με τα όπλα στα χέρια κατέστειλαν την στάση. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο α/τ «ΠΙΝΔΟΣ» όλοι οι αξιωματικοί, με εξαίρεση ένα Σημαιοφόρο, αρνήθηκαν να υπογράψουν το πρωτόκολλο. Το πλήρωμα συνέλαβε τον Κυβερνήτη, τον λαμπρό Πλωτάρχη Φοίφα, τον αποβίβασε και τον έθεσε σε περιορισμό στη στεριά . Στη συνέχεια το πλήρωμα έριξε τους αξιωματικούς στη θάλασσα! Την ίδια τύχη είχε και ο Ύπαρχος, ο Υποπλοίαρχος Κογεβίνας, που ήταν εξαιρετικά αγαπητός στους άνδρες γιατί είχε πέσει σε τρικυμισμένη θάλασσα για να σώσει ναύτη που είχαν αρπάξει τα κύματα! Το καταπληκτικότερο όμως ήταν ότι το α/τ «ΠΙΝΔΟΣ» με νέο Κυβερνήτη και νέο επιτελείο αλλά με το ίδιο πλήρωμα και με το Επιτροπάτο εστάλη για εκτέλεση αποστολής! Το αποτέλεσμα ήταν ότι όταν το πλοίο αναγκάστηκε , δήθεν, να περάσει από την Μάλτα για να αποβιβάσει αξιωματικό που ισχυριζόταν ότι είχε ανάγκη χειρουργικής επέμβασης. Το πλήρωμα του πλοίου ήρθε σε επαφή με τα πληρώματα των πλοίων μας που ναυλοχούσαν στη Μάλτα και συνετέλεσε στο να στασιάσουν και αυτά. Τελικά, όταν το  «ΠΙΝΔΟΣ» έπιασε Ιταλικό λιμάνι το πλήρωμά του ήρθε σε επαφή με το Ιταλικό κομουνιστικό κόμμα, δήλωσε ότι ο πόλεμος είχε τελειώσει και αρνήθηκε να συνεχίσει την πολεμική προσπάθεια.

Ελάχιστα από τα στελέχη, κατώτεροι ιδίως αξιωματικοί και μερικοί υπαξιωματικοί, συμμερίζονταν τις αναρχικές αντιλήψεις των ναυτών. Περίεργο όμως ήταν το φαινόμενο ορισμένων ανώτερων αξιωματικών και μάλιστα Πλοιάρχων που και μετά την εκδήλωση της στάσεως δεν είχαν αντιληφθεί περί τίνος επρόκειτο και υποστήριζαν ότι η αποκατάσταση της τάξης μπορούσε να γίνει μόνο με ήπια μέσα. Θεωρούσαν ακόμα ότι θα έπρεπε να χαλαρωθούν τα πρώτα μέτρα - αποκλεισμός τροφίμων και νερού -που είχαν ληφθεί από τις Βρετανικές αρχές κατά των στασιαστών. Κατά την προσωπική μου γνώμη οι αξιωματικοί αυτοί είχαν πολύ επηρεασθεί από τις ενθουσιώδεις υπέρ του Ε.Α.Μ. εκπομπές του Ραδιοφωνικού Σταθμού του Λονδίνου, σαν τάχα μόνης πραγματικής μαχητικής οργάνωσης αντίστασης στη κατεχόμενη Ελλάδα.

Όταν, μετά την εκδήλωση του κινήματος ο Υπουργός Ναυτικών κατέβηκε από τοΚάιρο στην Αλεξάνδρεια  παρουσιάστηκα και τέθηκα στη διάθεσή του για τηκαταστολή της στάσεως, την οποία θεωρούσα δυνατή μόνο με λήψη βίαιων μέτρων. Ασφαλώς θα θυμήθηκε τότε όσα του έλεγα τόσους μήνες, μου έσφιξε το χέρι και με ευχαρίστησε για τη προσφορά μου. Νέος Αρχηγός Στόλου ανέλαβε στις 21 Απριλίου 1944 ο έφεδρος – για μια ακόμη φορά- Αντιναύαρχος Βούλγαρης με εντολή από την Κυβέρνηση να καταστείλει τη στάση. Ο νέος Αρχηγός απολάμβανε της εμπιστοσύνης του Βασιλιά και της Κυβέρνησης και τον ακολουθούσαν όλοι οι απότακτοι του 1935, με εξαίρεση ορισμένους που είχαν εκδηλώσει συμπάθεια προς τα αιτήματα των στασιαστών. Χωρίς όμως τη συνδρομή εκείνων που ανήκαν στην αντίθετη πολιτική παράταξη, που ήταν πολύ περισσότεροι, δεν θα μπορούσε να πετύχει στην αποστολή του. Όταν ο νέος Αρχηγός με ρώτησε αν ήμουν διατεθειμένος να τον βοηθήσω του απάντησα ότι κατά τη γνώμη μου έπρεπε να γίνει χρήση βίας και ότι θα με είχε συμπαραστάτη του σε κάθε ενέργειά του. Υποσχέθηκα ακόμα ότι το ίδιο θα συμβούλευα και όλους τους αξιωματικούς που από τη πρώτη μέρα των γεγονότων είχαν απευθυνθεί σε μένα για συμβουλές.

Η καταστολή της Στάσης στην Αλεξάνδρεια και το Πορτ Σάιντ


Η πρώτη επιχείρηση για τη κατάληψη των πλοίων που είχαν στασιάσει ορίστηκε για την νύχτα της 22α Απριλίου 1944. Ορισμένοι ανώτεροι αξιωματικοί που, από την όλη στάση τους, δεν ενέπνεαν εμπιστοσύνη στους αξιωματικούς που έλαβαν μέρος στην επιχείρηση, τέθηκαν εκτός υπηρεσίας και απομακρύνθηκαν από την Αλεξάνδρεια. Στην επιχείρηση έλαβαν μέρος ένοπλες ομάδες που περιλάμβαναν αξιωματικούς κάθε βαθμού, ναυτικούς δοκίμους, υπαξιωματικούς, ναύτες, ακόμα και μερικούς αξιωματικούς του Στρατού που παρουσιάστηκαν εθελοντικά. Η επιχείρηση αφορούσε αρχικά τρία πλοία που είχαν στασιάσει: τα αντιτορπιλικά «ΙΕΡΑΞ» και «ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ» πλευρισμένα στη μια πλευρά στο Αγγλικό εύδρομο «PHOEBE», που από την άλλη πλευρά ήταν πλευρισμένο σε προβλήτα, και την κορβέτα  «ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ» που ήταν αγκυροβολημένη μακριά από τα άλλα. Λίγο πριν τις 2 το πρωί της 23ης Απριλίου ανεβήκαμε στο Αγγλικό εύδρομο. Στο κατάστρωμα μας είχε παραχωρηθεί η πλευρά προς τα πλοία που είχαν στασιάσει. Στην άλλη πλευρά βρίσκονταν εξοπλισμένα αγγλικά αγήματα, έτοιμα για κάθε ενδεχόμενο. Στην αποβάθρα περίμεναν τραυματιοφορείς και νοσοκομειακά αυτοκίνητα. Η επίθεση είχε οριστεί για τις 2:30 και άρχισε συγχρόνως κατά της κορβέτας «ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ» και από την προς τη θάλασσαπλευρά των «ΙΕΡΑΞ» και «ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ». Η επίθεση από το εύδρομο καθυστέρησε λίγο. Την παρακολούθησα με τον Αρχηγό του Στόλου από το κατάστρωμα του εύδρομου. Οι στασιαστές δεν αιφνιδιάστηκαν και από τη πρώτη στιγμή άρχισαν εντατικό πυρ. Τα επιτιθέμενα αγήματα με πνεύμα αυτοθυσίας εκτέλεσαν με επιτυχία τις διαταγές. Η αντίδραση των στασιαστών στη κορβέτα  «ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ» ήταν αρχικά πολύ έντονη, γρήγορα όμως άρχισε να κάμπτεται και σε μισή ώρα είχαν παραδοθεί. Στα δυο άλλα πλοία η αντίσταση των στασιαστών ήταν πιο επίμονη και χρειάστηκε σχεδόν μια ώρα μέχρι να παύσουν το πυρ και παραδοθούν. Στην επιχείρηση έλαβαν μέρος περί τους 250 άνδρες. Έπεσαν στο πεδίο της τιμής εφτά: τρεις αξιωματικοί, ο Υποπλοίαρχος Ρουσσέν, ο Ανθυποπλοίαρχος Ρέππας και ο Ανθυπολοχαγός Καββαδίας, ένας αρχικελευστής και τρεις ναύτες. Τραυματίστηκαν περί τους είκοσι, μεταξύ των οποίων ο Πλοίαρχος Κύρης και ο Πλωτάρχης Θεοφανίδης. Τον ίδιο περίπου αριθμό τραυματιών είχαν και οι στασιαστές. Χαρακτηριστικός ήταν ο φανατισμός και η αυτοθυσία των υπαξιωματικών και ναυτών που συμμετείχαν στα αγήματα εφόδου που αποδείκνυε ότι, ευτυχώς, το μίασμα είχε αφήσει αρκετούς από τα πληρώματα υγιείς. Αυτοί θα αποτελούσαν τον πυρήνα για την ανασυγκρότηση του Ναυτικού. Την πετυχημένη αυτή ενέργεια ακολούθησε μέσα σε ένα εικοσιτετράωρο η αναίμακτη παράδοση των υπολοίπων πλοίων που είχαν στασιάσει στην Αλεξάνδρεια, του πλωτού συνεργείου «ΗΦΑΙΣΤΟΣ», του α/τ «ΚΡΗΤΗ», ναρκαλιευτικών και βοηθητικών. Αναίμακτα παραδόθηκαν επίσης στο Πορτ Σάιντ το θωρηκτό «ΑΒΕΡΩΦ», έξι αντιτορπιλικά σε εφεδρεία και το υποβρύχιο «ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ» που καταλήφθηκε με μεγάλη δυσκολία στις 29 Απριλίου του 1944. Παραδόθηκε τέλος το Κεντρικό Προγυμναστήριο που βρίσκονταν σε κεντρική συνοικία στην Αλεξάνδρεια και που η κατοχή του από τους στασιαστές είχε προκαλέσει πολύ δυσμενή σχόλια σε βάρος μας.

Η καταστολή της Στάσης στη Μάλτα


Σοβαρές ανωμαλίες είχαν σημειωθεί και στα πλοία μας που ναυλοχούσαν στη Μάλτα, τρία υποβρύχια, το πλοίο συνοδείας υποβρυχίων «ΚΟΡΙΝΘΙΑ», το α/τ «ΣΠΕΤΣΑΙ» που βρίσκονταν σε εφεδρεία και δυο μικρά βοηθητικά. Όλα τα πλοία αυτά βρίσκονταν υπό τις διαταγές Πλοιάρχου, Ανώτερου Διοικητή Υποβρυχίων (Α.Δ.Υ.). Ο Αρχηγός του Στόλου με διέταξε να πάω στη Μάλτα, να αναλάβω προσωρινά τα καθήκοντα Ανωτάτου Ναυτικού Διοικητή, να αποκαταστήσω την τάξη και να εγκαταστήσω τον νέο Α.Δ.Υ., Πλοίαρχο Αντωνόπουλο. Ο Πλοίαρχος που υπηρετούσε στη θέση αυτή είχε συλληφθεί από τον Άγγλο Ναύαρχο και αποσταλεί με συνοδεία στην Αλεξάνδρεια, γιατί δεν είχε δεχτεί να υπηρετήσει υπό τις διαταγές του νέου Αρχηγού του Στόλου.


Έφθασα αεροπορικώς στη Μάλτα στις 26 Απριλίου 1944. Στο αεροδρόμιο με περίμενε ο Βρετανός Αντιναύαρχος και Ανώτατος Διοικητής Μάλτας, ο οποίος, πολύ ανήσυχος για όσα είχαν συμβεί, με οδήγησε αμέσως στο γραφείο του για να με κατατοπίσει. Την προηγούμενη μέρα, μόλις μαθεύτηκε η σύλληψη του Α.Δ.Υ., το μεγαλύτερο μέρος των πληρωμάτων των πλοίων μας βγήκαν στη στεριά και αρνήθηκαν να επιστρέψουν στα πλοία τους. Συνελήφθηκαν από τις βρετανικές αρχές και κλείστηκαν σε στρατόπεδο. Από συνολικά 456 άνδρες παρέμειναν στα πλοία μόνο οι 172, άλλοι από δική τους πρωτοβουλία και άλλοι κατόπιν εντολής των επιτροπάτων. Προηγουμένως, βρισκόταν στη Μάλτα και το α/τ «ΝΑΥΑΡΙΝΟΝ» που επρόκειτο να αναχωρήσει για την Μπιζέρτα για επισκευή. Πριν όμως αποπλεύσει, περί τους 100 άνδρες του αποβιβάστηκαν στη στεριά. Το πλοίο απέπλευσε με τους υπόλοιπους και γι αυτό ο Βρετανός Ναύαρχος μου ανέθεσε να διαβιβάσω στον Κυβερνήτη, Αντιπλοίαρχο Νεόφυτο, τα συγχαρητήριά του.

Μόλις πήρα τις πληροφορίες αυτές κάλεσα σε σύσκεψη τον αρχιεπιστολέα του Α.Δ.Υ., Αντιπλοίαρχο Ιατρίδη, τους Κυβερνήτες των πλοίων και τον Άγγλο Αντιπλοίαρχο Baker της Αγγλικής ναυτικής αποστολής στην Ελλάδα που υπηρετούσε από καιρό στην Α.Δ.Υ. Τους ανακοίνωσα ότι επιθυμούσα να ενημερωθώ για την κατάσταση πριν εκδώσω τις διαταγές μου. Αντιλήφθηκα τότε ότι βρισκόμουν μπρος σε ανθρώπους, κατά βάθος νομιμόφρονες,  που βρίσκονταν σε πλήρη παραζάλη. Βρισκόμενοι μακριά από το Κέντρο, έβλεπαν τα πράματα κάτω από το πρίσμα που τα παρουσίαζε ο τέως Α.Δ.Υ., η δε διαταγή του τέως Αρχηγού του Στόλου τους είχε δώσει την εντύπωση ότι επρόκειτο για κίνηση που είχε υιοθετηθεί από ολόκληρο το Ναυτικό. Είχαν υπογράψει τα πρωτόκολλα που τους είχαν παρουσιάσει τα επιτροπάτα χωρίς να είναι σε θέση να εξηγήσουν τους λόγους. Ακόμα και ο αρχιεπιστολέας, αξιωματικός δεξιών φρονημάτων που είχε διακριθεί σαν κυβερνήτης του υποβρυχίου «ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ», όταν συνελήφθηκε ο Α.Δ.Υ. είχε εκδώσει ημερησία διαταγή που έδειχνε πλήρη σύγχυση. Για αυτόν τον λόγο αναγκάστηκα να διατάξω την αντικατάστασή του από τον Αντιπλοίαρχο Ζέπο, που είχε έρθει μαζί μου από την Αλεξάνδρεια, και να τον αποστείλω στην Αλεξάνδρεια. Κατέστησα σαφές στους κυβερνήτες  ότι τα πλοία έπρεπε να επανέλθουν στην οδό της νομιμότητας και ότι η περίοδος των επιτροπάτων και των πρωτοκόλλων είχε λήξει ανεπιστρεπτί. Έπρεπε να έχουν υπόψη τους ότι στο μέλλον οι αξιωματικοί θα διαφυλάσσουν την τιμή τους με τα όπλα και ότι όποιος δεν συμφωνεί όφειλε να μου το δηλώσει από τώρα. Αποφάσισα το επόμενο πρωί να επιθεωρήσω επίσημα επί του συνοδού «ΚΟΡΙΝΘΙΑ» τους αξιωματικούς και τους άνδρες που είχαν απομείνει, παρά τους ενδοιασμούς του Βρετανού Ναυάρχου που πήρε κατά τη διάρκεια της επιθεωρήσεώς μου έκτακτα μέτρα στη στεριά. Κατά την επιβίβασή μου δεν παρουσιάστηκε καμιά ανωμαλία και μου απονεμήθηκαν οι προβλεπόμενες από τον κανονισμό τιμές. Αφού επιθεώρησα τουςπαρατεταγμένους άνδρες, ανεγνώσθη αυστηρή ημερησία μου διαταγή και στηνσυνέχεια άλλη που αφορούσε την εγκατάσταση του νέου Α.Δ.Υ. Στη συνέχεια κάλεσα ιδιαιτέρως όλους τους αξιωματικούς και τους επανέλαβα ότι είχα πει και στους κυβερνήτες. Σε σχετική μου ερώτηση κανείς δεν έφερε αντίρρηση, οπότε δήλωσα ότι τη σιωπή θεωρώ σαν ανεπιφύλακτη αποδοχή των διαταγών μου.

Στη συνέχεια επιχειρήθηκε να επιστρέψουν στην οδό του καθήκοντος εκείνοι που είχαν συλληφθεί και κλειστεί στο στρατόπεδο. Ο Αντιπλοίαρχος Baker τους χώρισε σε τρεις ομάδες, μια των ανδρών του α/τ «ΝΑΥΑΡΙΝΟΝ», μια των υποτιθέμενων «καλών» από τους άνδρες του Α.Δ.Υ. και μια των υπολοίπων. Έγινε τότε προσπάθεια να διαβαστούν από τα μεγάφωνα στην ομάδα των «καλών» η ημερησία μου διαταγή και άλλη του νέου Πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου. Αυτοί όμως αρνήθηκαν να ακούσουν και φώναζαν ότι δεν αναγνώριζαν τη νέα Κυβέρνηση. Απέτυχε και προσπάθειά μας να διανείμουμε τις διαταγές αυτές με φυλλάδια. Σε αναφορά μου στον Βρετανό Ναύαρχο ανάφερα ότι οι άνδρες αυτοί έπρεπε να θεωρηθούν στασιαστές και να μεταφερθούν στην Αίγυπτο, καθώς ο ίδιος δεν επιθυμούσε να μείνουν στη Μάλτα. Μια τελευταία προσπάθεια να μεταπείσει ορισμένους άνδρες των υποβρυχίων, που γνώριζε προσωπικά και θεωρούσε πολύ καλούς, ανέλαβε ο Αντιπλοίαρχος Baker. Πράγματι χάρη στις προσπάθειές του, ίσως και επειδή στο μεταξύ είχαν πληροφορηθεί το οικτρό τέρμα της στάσης στην Αίγυπτο, πολλοί από αυτούς δέχτηκαν να γυρίσουν στις υπηρεσίες τους.

Μετά από παράκληση του Βρετανού Ναυάρχου, στις 29 Απριλίου πήγα αεροπορικώς στη Μπιζέρτα για να εξετάσω τη κατάσταση που επικρατούσε στο α/τ «ΝΑΥΑΡΙΝΟ». Ο Κυβερνήτης του, ο Αντιπλοίαρχος Νεόφυτος που ήταν αρχιεπιστολέας μου στο α/τ «ΥΔΡΑ» κατά τη βύθισή του, με δάκρυα στα μάτια μου εξήγησε ότι είχε αναγκαστεί να διατάξει τους αξιωματικούς να υπογράψουν το πρωτόκολλο μετά το γενικό σήμα του τέως Αρχηγού του Στόλου. Ήταν έτοιμος να ακολουθήσει τη νέα γραμμή και να συνεχίσει τις πολεμικές του αποστολές, μόλις συμπληρωνόταν το πλήρωμά του. Διαβάστηκε η ίδια ημερήσια διαταγή μου, βρήκα σύμφωνους όλους τους αξιωματικούς σε όλα όσα τους είπα και, αφού παρέδωσα στις Βρετανικές Αρχές μικρό αριθμό ανδρών που θεωρούνταν ύποπτοι, επέστρεψα στη Μάλτα.

Ο Βρετανός Στόλαρχος της Μεσογείου είχε τη πρόθεση να στείλει στη Μάλτα τα αντιτορπιλικά «ΠΙΝΔΟΣ», «ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ» και «ΜΙΑΟΥΛΗΣ» για εκκαθάριση από τα κακά στοιχεία. Ο Ναύαρχος της Μάλτας με ρώτησε αν οι άνδρες που είχαν παραμείνει στην Α.Δ.Υ. και εκείνοι που υπηρετούσαν στο α/τ «ΝΑΥΑΡΙΝΟ», ενέπνεαν αρκετή εμπιστοσύνη για να χρησιμοποιηθούν γι αυτό το σκοπό. Μελέτησα τη κατάσταση και ανέφερα ότι δεν θεωρούσα τα πληρώματα αυτά κατάλληλα για επανάληψη επιχειρήσεως ανάλογης με εκείνη της Αλεξάνδρειας. Με παρεκάλεσε τότε, να μεταβώ αεροπορικώς στο Αλγέρι, να αναφέρω στον Αρχηγό του Βρετανικού Στόλου της Μεσογείου την κατάσταση που επικρατούσε στη Μάλτα και στη συνέχεια να μεταβιβάσω τις οδηγίες του στον Αρχηγό του Στόλου μας στην Αλεξάνδρεια. Βρήκα τον Ναύαρχο John Cunningham εξαιρετικά εξοργισμένο και αντιλήφθηκα ότι ήταν αποφασισμένος να βυθίσει κάθε πλοίο μας το οποίο μελλοντικά θα στασίαζε. Διέταξε οι εγκλεισμένοι στο στρατόπεδο να παραμείνουν προσωρινά στη Μάλτα με την ελπίδα ότι αρκετοί θα μετάνιωναν, ενώ οι υπόλοιποι θα μεταφέρονταν αργότερα σε στρατόπεδο αιχμαλώτων στην Αφρική. Αποφάσισε ακόμα τα τρία αντιτορπιλικά να μείνουν μακριά από τη Μάλτα, εκτός αν αρνιόνταν να εκτελέσουν αποστολές. Σε τέτοια περίπτωση θα έμπαιναν στην εφεδρεία και θα έληγε η παραχώρησή τους στοΕλληνικό Ναυτικό.

Τα τρία αντιτορπιλικά και τρία αρματαγωγά εξακολούθησαν να εκτελούν πολεμικές αποστολές  αλλά, στα περισσότερα από αυτά, παρέμεναν πυρήνες της στάσεως. Με πολλές δυσκολίες πέτυχε τελικά η εκκαθάριση των πληρωμάτων.»

=================================

Ο Γρηγόριος Μεζεβίρης διηγείται:

«Μετά την καταστολή της στάσης του Ναυτικού, όπως ήταν επόμενο, τα πλοία και οι υπηρεσίες βρέθηκαν σε κατάσταση αποσύνθεσης. Ακολούθησε περίοδος εντατικών εκκαθαρίσεων από τα ύποπτα στοιχεία και ανασυγκρότησης. Νέα πληρώματα συγκροτήθηκαν και, μετά από επιμελή επιλογή, χρησιμοποιήθηκαν και από τα πλοία που στασίασαν όσοι αναμίχθηκαν στη στάση καλή τη πίστη καθώς και όσοι δεν είχαν πραγματική ανάμειξη. Το έργο που έγινε αποτελεί τίτλο τιμής για όσους το ανάλαβαν.

Παράλληλα με την ανασυγκρότηση, άρχισε σειρά ανακρίσεων, ανακριτικών συμβουλίων και δικών για την τιμωρία των υπευθύνων της στάσης. Ήταν τόσος μεγάλος ο αριθμός των κατηγορουμένων ώστε δεν επαρκούσαν οι ανακριτές, ναυτοδίκες και τα μέλη των ανακριτικών συμβουλίων, παρά την προσφυγή σε Έλληνες δικηγόρους της Αιγύπτου που ονομάστηκαν επίκουροι αξιωματικοί.

Υπήρξα πρόεδρος σε μερικά από τα ανακριτικά συμβούλια που συγκροτήθηκαν. Ένα από αυτά αποφάσισε να αποτάξει το νεαρό ανθυποπλοίαρχο που κατά τη κατάρρευση, όταν ήταν ύπαρχος, είχε οδηγήσει από δική του πρωτοβουλία το πλοίο του στη Σκάλα Μεγάρων για να συνενωθεί με τον Στόλο. Αυτός ο ίδιος κατά την τελευταία στάση είχε διατελέσει πρόεδρος του επιτροπάτου του πλοίου του! Αναπολώντας την παλιά λαμπρή διαγωγή του σκεπτόμουν πόσο θλιβερά είναι για τους αξιωματικούς τα αποτελέσματα των μικροφιλοδοξιών και της ανάμιξής τους στη πολιτική.

Το ζήτημα των κυρώσεων ήταν πολυσύνθετο.  Αναμφισβήτητα ο πέλεκυς της Δικαιοσύνης έπρεπε να πέσει βαρύς στους πρωταίτιους της στάσης για το φοβερό έγκλημα που διαπράχθηκε εν ώρα πολέμου. Καμιά επιείκεια δεν ήταν δυνατή για τους βαθμοφόρους που εκ των υστέρων αποδέχτηκαν με συμπάθεια τα αιτήματα των στασιαστών. Επιβάλλονταν ακόμα να παρθούν διοικητικά μέτρα και κατά εκείνων που, αν και δεν έλαβαν μέρος στη στάση και ήταν άκρως αντίθετοι προς αυτήν, λόγω της θέσης τους θα έπρεπε έγκαιρα να πάρουν τα απαραίτητα μέτρα για την πρόληψή της.   Η αυστηρή όμως και κατά γράμμα εφαρμογή των Στρατιωτικών Κανονισμών θα οδηγούσε στη διάλυση του Ναυτικού. Αρκεί να σκεφθεί κανείς τον αριθμό των βαθμοφόρων που κάτω από τη πίεση της ανάγκης υπόγραψαν πρωτόκολλα, τους κυβερνήτες που έστειλαν τηλεγραφήματα ζητώντας κυβερνητική μεταβολή κλπ. πιστεύοντας ότι μόνο έτσι θα συγκρατούνταν η κατάσταση…

Όλοι ήταν σύμφωνοι ότι το Ναυτικό έπρεπε να απαλλαγεί από εκείνους που δεν ενέπνεαν πια εμπιστοσύνη και ότι επιβάλλονταν η λήψη μέτρων για όσους είχαν επιδείξει χλιαρή στάση κατά την αντιμετώπιση αυτής της θλιβερής περιπέτειας. Στην εκτίμηση όμως του μέτρου εφαρμογής αυτών των αρχών υπήρχαν σοβαρές διαφοροποιήσεις στις οποίες υπεισέρχονταν πολύ και ο παλιός πολιτικός διχασμός μεταξύ των αποτάκτων του 1935 και αυτών που ήταν αντίθετοι σ’ αυτούς. Εκείνοι που συμπαθούσαν τους απότακτους προσπαθούσαν οι κυρώσεις να επιβληθούν σε εκείνους μόνο που φανερά έδειξαν την συμπάθειά τους προς τους στασιαστές. Από την αντίθετη πλευρά επιδιώκονταν το μέτρο να συμπεριλάβει όσο το δυνατόν περισσότερους απότακτους. Τέλος, υπήρχαν και μερικοί που έκριναν πως η στιγμή ήταν κατάλληλη για να γίνει παράλληλα και επαγγελματική εκκαθάριση που να επεκταθεί ακόμα και σ’ όσους βρίσκονταν στην Ελλάδα.

Καθώς δεν κατείχα υπεύθυνη θέση δεν είχα και την ευκαιρία να εκφράσω υπεύθυνη άποψη στα προβλήματα αυτά. Όμως, μετά από σχετική εγκύκλιο του Υπουργείου που ζητούσε τη γνώμη των αξιωματικών για τα αίτια της ανταρσίας, με μακροσκελή αναφορά μου γνωστοποιούσα τις απόψεις μου. Στην αναφορά αυτή συμπεριέλαβα όσα εγγράφως και προφορικά είχα εκθέσει από πολύ καιρό. Ήμουνα της γνώμης ότι οι ολιγάριθμοι πυρήνες των πραγματικών κομμουνιστών δεν θα έβρισκαν τόσο πρόσφορο έδαφος στα πληρώματα, αν δεν είχε προηγούμενα δημιουργηθεί ευνοϊκό έδαφος για κινήματα. Η ανοχή που είχε επιδειχθεί και η ικανοποίηση ομαδικών επιδιώξεων είχαν δώσει την εντύπωση ότι, πέραν από το κύρος των Νόμων και των βαθμών, υπήρχε και η δύναμη της μάζας των πολλών. Και όταν οι λίγοι που είχαν μυηθεί στους βαθύτερους σκοπούς της ανταρσίας έριξαν το απατηλό σύνθημα «ένωση όλων των Ελλήνων», η μεγάλη μάζα των αφελών και των καιροσκόπων έσπευσε να το υιοθετήσει. Εφόσον μέχρι τότε είχαν εύκολα πετύχει την αποδοχή προσωπικών επιδιώξεων, δεν φαντάζονταν ποτέ ότι θα συναντούσαν αντίδραση στην αποδοχή ενός αιτήματος που παρουσιάζονταν ως εθνικό!

Όταν ανέλαβε τα καθήκοντά του ο νέος Υπουργός των Ναυτικών Α. Μυλωνάς, τον επισκέφθηκα και ανέπτυξα και σ’ αυτόν την ανάγκη ανασύστασης του Γ.Ε.Ν., ιδιαίτερα τότε που η ημέρα της απελευθέρωσης πλησίαζε. Ο Υπουργός επιθυμούσε πολύ αυτό διότι, καθώς ήταν επαγγελματίας πολιτικός, αντιλαμβάνονταν ότι η δικαιοδοσία του είχε περιοριστεί και με την ύπαρξη στο Υπουργείο Ανώτερης Ναυτικής Αρχής παράλληλα με τον Αρχηγό του Στόλου θα ενισχύονταν και η δική του δικαιοδοσία. Συναντούσε όμως μεγάλες αντιδράσεις, που ίσως να μην ήταν άσχετες με τις μεγάλες εκκαθαρίσεις στελεχών που σχεδίαζαν μερικοί, καθώς αν υπήρχε Γ.Ε.Ν. εκείνος θα ετοίμαζε τον σχετικό νόμο. Έτσι εξακολουθούσα να παραμένω άνεργος μέχρι το τέλος Αυγούστου του 1944 οπότε, ξαφνικά, ο Αρχηγός του Στόλου με πληροφορούσε ότι ετοιμάζονταν νέα οργάνωση του Ναυτικού στην οποία θα έπαιρνα τη θέση που άρμοζε στο βαθμό μου. Ο Υπουργός όμως που προφανώς διαφωνούσε με τη νέα οργάνωση αυτή είχε παραιτηθεί και τα καθήκοντά του είχε αναλάβει ο Πρωθυπουργός.

Η νέα Οργάνωση του Ναυτικού


Την 31η Αυγούστου 1944 δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ένας αναγκαστικός νόμος «Περί οργανώσεως του Β. Ναυτικού» με τον οποίο ανατρέπονταν η ισχύουσα προπολεμική νομοθεσία. Η νέα οργάνωση προέβλεπε τη δημιουργία ενός συλλογικού οργάνου Διοίκησης του Ναυτικού, αντίστοιχου προς τον θεσμό του Βρετανικού Ναυαρχείου. Έχω τη γνώμη ότι ο Αρχηγός του Στόλου αναγκάστηκε να εισηγηθεί την έκδοση αυτού του Νόμου για να δώσει διέξοδο στη κατάσταση που επικρατούσε στη Διοίκηση του Ναυτικού από την άφιξη του Στόλου στη Μέση Ανατολή, οπότε έπαυσαν να εφαρμόζονται οι θεσμοί  που ίσχυαν στην Ελλάδα και όλη η δικαιοδοσία συγκεντρώθηκε στο πρόσωπο του Αρχηγού του Στόλου. Βέβαια η πιο απλή λύση ήταν να επιστρέψουνε στους θεσμούς που ίσχυσαν προπολεμικά και αν χρειάζονταν κάποιας βελτίωσης, αυτό θα ήταν έργο του μεταπολεμικού Κράτους. Έχω όμως την εντύπωση ότι ορισμένοι ανώτεροι αξιωματικοί αντιδρούσαν κατά της φυσικής αυτής λύσης, γιατί δεν επιθυμούσαν να δουν να καταλαμβάνονται οι ανώτερες διοικητικές θέσεις από τους προϊστάμενους του Σώματος. Απ’ αυτή τη πλευρά το αποτέλεσμα της νέας οργάνωσης ήταν θετικό γιατί μπόρεσαν και πάλι να αναμιχθούν στην Διοίκηση του Ναυτικού οι παλιοί αξιωματικοί που είχαν μεγάλη πείρα.

Όμως, μια τόσο σοβαρή καινοτομία απαιτούσε μακρά μελέτη από αξιωματικούς με μεγάλη πείρα επιτελικών και οργανωτικών θεμάτων, ενώ ο κύριος συντάκτης του νόμου ήταν ένας αξιωματικός που είχε απομακρυνθεί το 1935 με τον βαθμό του Πλωτάρχη. Όπως αναφέρει η εισηγητική έκθεση του νόμου, για να συνταχθεί ο νόμος είχε ζητηθεί και η γνώμη του Βρετανού Ναυάρχου της Αλεξάνδρειας που είχε συμφωνήσει προς τις γενικές του αρχές. Ο Ναύαρχος όμως είχε γνωρίσει μόνο την περίεργη οργάνωση του Ναυτικού μας στη Μέση Ανατολή και αγνοούσε την προπολεμική, για να αποφανθεί αν υπήρχε λόγος βιαστικής μεταβολής της τις παραμονές της απελευθέρωσης. Εξ’ άλλου, από συζητήσεις που είχα μετά την απελευθέρωση με Αρχηγούς των Βρετανικών Ναυτικών Αποστολών, κατάληξα στο συμπέρασμα ότι ο θεσμός του Βρετανικού Ναυαρχείου στηρίζεται κυρίως σε άγραφες παραδόσεις και μόνο εκείνοι που υπηρέτησαν επί μακρόν σε αυτό γνωρίζουν καλά τις λεπτομέρειες της λειτουργίας του.

Το πρώτο ελάττωμα του νέου νόμου ήταν ότι επιχειρήθηκε μέσα σε δέκα μόνο άρθρα να περιληφθεί ο καταστατικός χάρτης του Ναυτικού και έτσι ήταν γεμάτος ασάφειες που δημιουργούσαν ζητήματα σε κάθε βήμα της εφαρμογής του. Ενώ διέφερε ουσιαστικά από αυτά που ίσχυαν στην Βρετανία, ήταν επίσης αντίθετο προς τις γενικές διατάξεις που ίσχυαν σε μας και καταργούσε ουσιαστικά τον Υπουργό των Ναυτικών. Σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση, με τον νέο θεσμό θα αποφεύγονταν η ολέθρια ανάμιξη της πολιτικής στα προσωπικά ζητήματα. Σύμφωνα όμως με τα όσα ίσχυαν και προπολεμικά, για τα ζητήματα αυτά οι αποφάσεις του Ανώτερου Ναυτικού Συμβουλίου ήταν υποχρεωτικές για τον Υπουργό. Το ζήτημα όμως δεν είχε σχέση με τους θεσμούς, αλλά με τον τρόπο που εφαρμόζονται. Αν η πολιτική ηγεσία επιθυμεί να αναμιχθεί στα της Διοίκησης του Ναυτικού με οποιοδήποτε θεσμό, μπορεί πάντα να βρει τρόπο αντικατάστασης των μελών του Ναυτικού Συμβουλίου που αντιδρούν στις επιθυμίες της. Μόνο όταν η πολιτική διαπαιδαγώγηση φθάσει και σε μας στο ύψος που βρίσκεται στη Βρετανία, η διοίκηση των ενόπλων μας δυνάμεων θα γίνει ανεξάρτητη.

Αργότερα, όταν ανέλαβα τη πρώτη θέση του Ναυτικού, επιχείρησα επανειλημμένα σε συνεργασία με τους Αρχηγούς των Βρετανικών Αποστολών, διατηρώντας την αρχή του νέου θεσμού να βελτιώσω τις διατάξεις του. Η αντίδραση όμως του πολιτικού κόσμου όλων των αποχρώσεων κατά του θεσμού αυτού ήταν τόσο έντονη ώστε ούτε συζήτηση δεχόντουσαν γι αυτόν, μέχρι την ημέρα που καταργήθηκε.

Πάντως, εφόσον ο Νόμος δημοσιεύτηκε έπρεπε να εφαρμοστεί. Δίδονταν διέξοδος στην κατάσταση που επικρατούσε, έστω και αν δεν ήταν η καλλίτερη. Σύμφωνα με τον νέο Νόμο, ο αποκαλούμενος Ναύαρχος- Αρχηγός έφερε το βαθμό του Αντιναυάρχου και ήταν συγχρόνως Αρχηγός του Ναυτικού, Αρχηγός του Γ.Ε.Ν. και Γενικός Επιθεωρητής του Β.Ν.  Μπορούσε ακόμα με ειδική Κυβερνητική διαταγή να εκτελεί και τα καθήκοντα του Αρχηγού του Στόλου…

Έτσι,  ο Ναύαρχος Βούλγαρης ονομάστηκε Ναύαρχος Αρχηγός, διατηρώντας παράλληλα και τα καθήκοντα του Αρχηγού του Στόλου. Σε εμένα, ως δεύτερο μέλος του Ναυαρχείου, ανατέθηκαν τα καθήκοντα του Υπαρχηγού του Γ.Ε.Ν. Ουσιαστικά όμως, λόγω της απασχόλησης του Αρχηγού με τον Στόλο, μου δόθηκε από τον Αρχηγό πλήρης  πρωτοβουλία στα θέματα του Γ.Ε.Ν.

Με αυτήν μου την ιδιότητα ασχολήθηκα αμέσως με την οργάνωση της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου, που είχε σχεδόν τελείως ατονήσει από τότε που μεταφέρθηκε το Ναυτικό στη Μέση Ανατολή. Ο νέος Νόμος του Ναυαρχείου, ανατρέποντας όλους τους προπολεμικούς θεσμούς, προέβλεπε ότι τα σχετικά με τη λειτουργία των διαφόρων Υπηρεσιών θα ρυθμίζονταν  με Οργανωτικές διαταγές. Για την σύνταξή τους απαιτήθηκε πολύς χρόνος και εντατική εργασία. Η ανάγκη έκδοσης των διαταγών αυτών ήταν εξαιρετικά επείγουσα, διότι όσοι υπηρετούσαν στο Κέντρο δεν γνώριζαν πλέον ποια ήταν τα καθήκοντά τους και ποια η δικαιοδοσία τους. Πολλές τέτοιες διαταγές μπορέσαμε να εκδώσουμε μέχρι τη μεταφορά του Ναυαρχείου στην Ελλάδα, οι υπόλοιπες εκδόθηκαν τους πρώτους μήνες μετά την απελευθέρωση. Γι’ αυτό το τελευταίο έργο δεν είχα κανένα βοηθό και αναγκάστηκα να το αναλάβω ο ίδιος προσωπικά. Από τους ανώτερους αξιωματικούς που διέθεταν την απαραίτητη μακρά πείρα και επιτελική κατάρτιση αρκετοί βρίσκονταν στην Ελλάδα και όσοι ήταν στην Αίγυπτο υπηρετούσαν στις Υπηρεσίες του Αρχηγού του Στόλου, ενώ μερικοί είχαν τεθεί εκτός υπηρεσίας λόγω της στάσης τους στη περίοδο της ανταρσίας. Ήταν μια ιδιαίτερα κοπιαστική εργασία, για μένα όμως πραγματική ανακούφιση μετά την καταναγκαστική αργία στην οποία είχα καταδικαστεί στη Μέση Ανατολή.

Παράλληλα, μελετήθηκε η λήψη των επιβαλλομένων διοικητικών μέτρων για εκκαθάριση του ανώτερου προσωπικού, κατόπιν της τελευταίας ανταρσίας. Η κυβέρνηση είχε ήδη καταλήξει σε μια σοβαρή απόφαση: Επειδή η απελευθέρωση πλησίαζε θα αναστέλλονταν κάθε άλλη ποινική δίωξη κατά των ενεχομένων στη στάση. Θα επιβάλλονταν μόνο διοικητικές κυρώσεις και μάλιστα όχι από τα συνήθη Ανακριτικά Συμβούλια, αλλά με βάση νόμο που ίσχυε από καιρό στη Μέση Ανατολή  και έδινε το δικαίωμα στον Υπουργό των Ναυτικών να αποτάξει αξιωματικούς για λόγους τάξης και πειθαρχίας. Ο νόμος αυτός θα εφαρμόζονταν μετά από γνωμοδότηση του Ανώτερου Ναυτικού Συμβουλίου, το οποίο συνήλθε υπό την Προεδρεία του Ναυάρχου Αρχηγού με ειδική δικαιοδοσία να αντικαθιστά και τον Υπουργό των Ναυτικών. Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου μεταβίβασε την επιθυμία της Κυβέρνησης οι κυρώσεις να περιορισθούν μόνο σε εκείνους που έλαβαν ενεργό μέρος στη στάση και σε αυτούς που θα μπορούσαν μελλοντικά να δημιουργήσουν προβλήματα στο Ναυτικό. Ουσιαστικά δεν επρόκειτο να ζητηθούν ευθύνες για το παρόν, αλλά να εξασφαλιστεί το μέλλον.

Μέχρι τη λήψη αυτής της κυβερνητικής απόφασης , μερικοί είχαν ήδη καταδικαστεί από τα Ναυτοδικεία ή είχαν αποταχθεί από τα Ανακριτικά Συμβούλια. Αυτοί που αποτάχθηκαν μετά από απόφαση του Ανώτερου Ναυτικού Συμβουλίου ήταν αρκετοί και μεταξύ αυτών ήταν και δυο Πλοίαρχοι. Ήμουνα της γνώμης ότι το μέτρο θα έπρεπε να επεκταθεί και σε μερικούς άλλους, βρέθηκα όμως σε μειοψηφία. Αυτοί απομακρύνθηκαν σε μεταγενέστερες εκκαθαρίσεις.

Οι λίγες αυτές απομακρύνσεις δεν ικανοποίησαν όσους ζητούσαν γενική αποσυμφόρηση των στελεχών στη Μέση Ανατολή και απομάκρυνση σχεδόν όλων των στελεχών που είχαν παραμείνει στην Ελλάδα.  Μάλιστα ζητούσαν να απομακρυνθούν και τα περισσότερα στελέχη των βοηθητικών κλάδων, όπως του οικονομικού και του υγειονομικού, που ως επί το πλείστον είχαν παραμείνει στην Ελλάδα χωρίς να λαμβάνουν υπόψη ότι η επαναλειτουργία των υπηρεσιών αυτών δεν θα μπορούσε να γίνει με μόνο όσους είχαν υπηρετήσει στη Μέση Ανατολή.

Τελικά, συμφωνήσαμε ότι κάθε επιπλέον εκκαθάριση θα αναβληθεί για μετά την απελευθέρωση και μου ανατέθηκε να ετοιμάσω τον σχετικό σχέδιο νόμου.

Έτσι, προσωρινά απερίσπαστοι από προσωπικά ζητήματα μπορέσαμε να εργαστούμε, όσοι υπηρετούσαν στον Στόλο για την προπαρασκευή των σχετικών με την απελευθέρωση ενεργειών και όσοι υπηρετούσαν στο Υπουργείο για την οργάνωση των Υπηρεσιών του Κέντρου. Μια από τις κυριότερες απασχολήσεις του Στόλου τη περίοδο αυτή ήταν η προετοιμασία του αναγκαίου υλικού και προσωπικού για την εγκατάσταση Ναυτικών Διοικήσεων στα κυριότερα λιμάνια της Ελλάδος.

Με συγκίνηση είδαμε στις 13 Οκτωβρίου 1944 να αποπλέουν από την Αλεξάνδρεια προς την απελευθερωθείσα Πατρίδα το θωρηκτό «ΑΒΕΡΩΦ», τα πλοία των Ναυτικών Διοικήσεων και μερικές άλλες μονάδες υπό τον Αρχηγό του Στόλου. Τα υπόλοιπα μέλη του Ναυαρχείου διαταχθήκαμε να μείνουμε προσωρινά στην Αλεξάνδρεια για να συνεχίσουμε εκεί την υπηρεσία μας.»

======================


ΠΗΓΗ   =   http://www.mezeviris.gr/4decades.html